ΤΣΟΥΚΑ (Ζωοδόχος Πηγή)
ΑΘΗΝΑ, 2022
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Προσπαθώντας κανείς να ερευνήσει τα ιστορικά δρώμενα της Τσούκας, θα έρθει αντιμέτωπος με το πρόβλημα της έλλειψης τεκμηριωμένων πηγών. Αλλά και οι ιστορικές αναφορές προς αυτή, γίνονται σε συνάρτηση με την ευρύτερη περιοχή του Κηρέα , εκτός λίγων περιπτώσεων. Το λυπηρό όμως είναι πως δεν κατέστη δυνατή στην ολότητά τους η καταγραφή, όσο θα έπρεπε, των τοπικών παραδόσεων που έφταναν από στόμα σε στόμα - γενιά σε γενιά. Όλη αυτή η κατάσταση δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την προσπάθεια, γιατί όσο οπισθοχωρεί κανείς προς τα λησμονημένα ιστορικά πράγματα, τόσο αποκόπτεται από τη μελέτη, τη κατανόηση και την αναπαράσταση μιας ζωής που έφυγε. Όπως θα έλεγε ο μεγάλος μας ιστορικός λαογράφος Γρηγόρης Καμπούρογλου.
Σκοπός της συγγραφής του ερευνητικού πονήματος είναι η προσπάθεια ανάδειξης της ιστορικότητας της Τσούκας, ενός μικρού σβώλου γης, από τα ιστορικά χώματα της Εύβοιας. Η ιστορία του χωριού παραμένει σαν φάρος άσβεστος και ανθεκτικός στο χρόνο. Παρόλο που η ραγδαία διάδοση και επιβολή της παγκοσμιοποίησης γεννά την λήθη και την απομόνωση, δημιουργώντας μια κοινωνία απρόσωπη γιομάτη από εσωστρέφεια και αβδηριτισμό. Σε αυτό το φαινόμενο, οφείλουμε και έχουμε χρέος, προς τις νέες γενιές να προτάξουμε ομοθυμαδόν την καθολική , τεκμηριωμένη πνευματική αντίσταση, ως αντίσωμα σε αυτή την φοβερά νόσο που κατατρώγει τα σωθικά της ίδιας της ύπαρξης μας
Έγραφα 1/9/97 Αθήνα: Πέτρος Φοίφας.
Μια αναπάντεχη Δίκη
Στον αρχαίο δρόμο που οδηγούσε από την Χαλκίδα στη Μεθώνη , και στην έξοδό του , δίπλα στην όχθη του ποταμού Νηλέα . Ανάμεσα σε πανύψηλα Πλατάνια κι ιερές Ιτιές . Η λαϊκή φαντασία μας τοποθετεί μια τοπική διένεξη.
Ποιοι είναι οι Αντίδικοι; Οι ποταμοί, και οι πηγές της Ευβοϊκής Γης.
Το αίτιο της διένεξης; Μα ποιο άλλο;
Η «θελκτική» αρχηγία!
Το χει τούτο το πάθος, η Μάννα μας η Ελλάς από γεννησιμιού της!
Αφού προσπάθησε «εις μάτιν» ο Νηλέας να συμβιβάσει τα αυτονόητα . Κάλεσε την ειδήμων Θέμιδα να βοηθήσει. Μα σαν είδε κι αυτή την ασυνεννοησία και διχόνοια , συγκάλεσε έκτακτο δικαστήριο για να λύσει τη διαφορά!
Πρόεδρος ορίστηκε η Θέμιδα. Ένορκοι οι Αγγειοπλάστες , Βουκόλοι, ποιμένες και γεωργοί του αρχαίου οικισμού.
Από την μια όχθη τάχθηκαν οι ποταμοί των οποίων η σύνθεση απαρτίστηκε:
Ο μυστικός Κηρέας , ο εξαγνιστής Βουδώρας, ο βροντώδης Εστιαίωτης – Κάλλας . Η σιγανοιέρεια Αίξ της Πύρρας και της Αργυράς. Ο ντροπαλός Λάδων, ο αμίλητος Κόσκυνθος κι ο θεάρεστος Ληλας ο θαυματουργός.
Δικηγόρος Υπεράσπισης ορίστηκε ο Ωκεανός.
Και από την αντίπερα όχθη τάχθηκαν, έτοιμες για μάχη οι Πηγές :
Η Αρέθουσα η υφάλμυρος, η κοτσονάτη Βεβαία η πολύυδρος , η Αρμυρή, προστατευόμενη της Θεάς Φαρεσόφοας Περσεφόνης, και τέλος η σεμνοτάτη Αορνος.
Δικηγόρος υπεράσπισης ορίστηκε η νύμφη Αμβροσία.
Νικητής θα ήταν αυτός που θα έκανε την μεγαλύτερη επίδειξη ,και θα εντυπωσίαζε δικαστήριο και ακρατές.
Αυτός θα ήταν κι ο νικητής!
Κατά τα πρακτικά της δίκης, όσο και στην αγόρευση του, ο Κηρέας κι Βουδώρας, του ιδίου φυράματος, προσπάθησαν, οι μπαγαπόντηδες, να πλανήσουν πρώτοι τη σεβαστή Θέμιδα και τους ενόρκους.
Με τη τρόπο;
Να.. πριν να αρχίσουν οι προκαταρκτικές διαδικασίες , με μια γητειά θα μεταμόρφωναν τα πρόβατα σε μαύρα ,όταν έπιναν νερό από τον Κηρέα. Τότε, συν εννοημένοι και κάποιοι βαλτοί από τους ακροατές, θα ξεσήκωναν τον τόπο με τις επευφημίες. Με αυτό τον τρόπο θα παρέσυραν το δικαστήριο στο συναίσθημα ,και μέσα στη σύγχυση δεν θα έδιναν τον απαιτούμενο χρόνο στις αντίδικες πηγές, ώστε να κάνουν και αυτές με τη σειρά τους τις δικές τους ενέργειες.
Έτσι και έγινε. Σε ανύποπτο χρόνο, έβαλαν τα πρόβατα να πιούν νερό από τον Κηρέα ,και με μια επιδέξια κίνηση μεταμόρφωσαν τα πρόβατα σε μαύρα . Τότε οι ιαχές και οι επευφημίες ξεχύθηκαν στα ευήκοα ώτα των παρισταμένων. Με τη σειρά τους οι ειδήμονες, ως γνήσιοι σπεκουλαδόροι ανέλαβαν το καταχθόνιο σχέδιό πετυχαίνοντας προς ώρας τον σκοπό τους. Παρασύροντας τους πάντες! Μια πονηρή κλειστή ματιά προς τον Ωκεανό έδωσε το σύνθημα της νίκη τους.
Το ακροατήριο πεπεισμένο πλέον με την δεινή ικανότητα των ποταμών, ξέσπασε σε χειροκροτήματα! Και απαιτούσε να δοθεί άμεσα η Αρχηγία στους ποταμούς. Κάποιοι εκ των ημετέρων δεν δίστασαν να σηκώσουν στους ώμους τους τον Κηρέα, ως νικητή. Και να τον περιφέρουν γύρω από την πρόχειρη εξέδρα φωνασκώντας! Νάτος-νάτος ο Αρχηγός! Εύγε !
Την ήδη περιρρέουσα ατμόσφαιρα διέκοψε μια διαπερατική φωνή που προήλθε από την αντίπερα όχθη.
- Αίσχος!
Να σταματήσει η φαρσοκωμωδία! Παρακαλώ κυρία δικαστή!
Να ανακαλέσετε τη τάξη!
΄Έχουμε το δικαίωμα και εσείς την υποχρέωση να δείτε και εμάς!
Είπε, γιομάτη οργή η Αρέθουσα κρήνη, πετώντας φλόγες από το κατακόκκινο της πρόσωπο. Το έλεγε η ψυχούλα τις ,κι ας ήταν μικροκαμωμένη. Διαμαρτυρήθηκε και η Αμβροσία ,αν και τα χε λίγο χαμένα. Εξορκίζοντας τους πάντες στο όνομα του Δία! Κατόπιν , επικαλέστηκε τις Κήρες, και με μια επιδέξιά κίνηση έβαλε τα πρόβατα να πιούν νερό από τον Νηλέα και να μεταμορφωθούν αμέσως σε Λευκά!
Το τη έγινε! Δεν περιγράφεται.
Η απρόσμενη εξέλιξη, ανέτρεψε τα δεδομένα κι ανάγκασε την πολύπειρη Θέμιδα να διακόψει προσωρινά την δίκη για την ηρεμία των πνευμάτων.
Και εμάς , εκστασιασμένους να πάρουμε το μονοπάτι για το χωριό.
Αφήνοντας το σεβαστό δικαστήριο να κάνει την δουλειά του.
Η ίδρυση του οικισμού και η Ιστορική του πορεία.
Περπατώντας ανάμεσα στο ανοιξιάτικο και καταπράσινο τοπίο , προσπεράσαμε από τα αριστερά μας το κεραμιδαριό . Παλαιά εδώ υπήρχαν εργαστήρια κατασκευής κεραμιδιών. Στο οικίο βιβλίο θα ασχοληθούμε εκτενέστερα και σε μέλλοντα χρόνο. Ανηφορίσαμε έχοντας συντροφιά το δροσερό βοριαδάκι που κατέβαινε από το δεξί κλίτος του Αί -Λιά αφήνοντας μας μια ευχάριστη νότα για συντροφιά προς το Χωριό. Ο σημερινός οικισμός της Ζωοδόχου Πηγής αντικατέστησε το όνομα Τσούκα από το 1958, προς χάρι της Μεγαλόχαρης.
ΑΘΗΝΑ, 2022
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Προσπαθώντας κανείς να ερευνήσει τα ιστορικά δρώμενα της Τσούκας, θα έρθει αντιμέτωπος με το πρόβλημα της έλλειψης τεκμηριωμένων πηγών. Αλλά και οι ιστορικές αναφορές προς αυτή, γίνονται σε συνάρτηση με την ευρύτερη περιοχή του Κηρέα , εκτός λίγων περιπτώσεων. Το λυπηρό όμως είναι πως δεν κατέστη δυνατή στην ολότητά τους η καταγραφή, όσο θα έπρεπε, των τοπικών παραδόσεων που έφταναν από στόμα σε στόμα - γενιά σε γενιά. Όλη αυτή η κατάσταση δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την προσπάθεια, γιατί όσο οπισθοχωρεί κανείς προς τα λησμονημένα ιστορικά πράγματα, τόσο αποκόπτεται από τη μελέτη, τη κατανόηση και την αναπαράσταση μιας ζωής που έφυγε. Όπως θα έλεγε ο μεγάλος μας ιστορικός λαογράφος Γρηγόρης Καμπούρογλου.
Σκοπός της συγγραφής του ερευνητικού πονήματος είναι η προσπάθεια ανάδειξης της ιστορικότητας της Τσούκας, ενός μικρού σβώλου γης, από τα ιστορικά χώματα της Εύβοιας. Η ιστορία του χωριού παραμένει σαν φάρος άσβεστος και ανθεκτικός στο χρόνο. Παρόλο που η ραγδαία διάδοση και επιβολή της παγκοσμιοποίησης γεννά την λήθη και την απομόνωση, δημιουργώντας μια κοινωνία απρόσωπη γιομάτη από εσωστρέφεια και αβδηριτισμό. Σε αυτό το φαινόμενο, οφείλουμε και έχουμε χρέος, προς τις νέες γενιές να προτάξουμε ομοθυμαδόν την καθολική , τεκμηριωμένη πνευματική αντίσταση, ως αντίσωμα σε αυτή την φοβερά νόσο που κατατρώγει τα σωθικά της ίδιας της ύπαρξης μας
Έγραφα 1/9/97 Αθήνα: Πέτρος Φοίφας.
Μια αναπάντεχη Δίκη
Στον αρχαίο δρόμο που οδηγούσε από την Χαλκίδα στη Μεθώνη , και στην έξοδό του , δίπλα στην όχθη του ποταμού Νηλέα . Ανάμεσα σε πανύψηλα Πλατάνια κι ιερές Ιτιές . Η λαϊκή φαντασία μας τοποθετεί μια τοπική διένεξη.
Ποιοι είναι οι Αντίδικοι; Οι ποταμοί, και οι πηγές της Ευβοϊκής Γης.
Το αίτιο της διένεξης; Μα ποιο άλλο;
Η «θελκτική» αρχηγία!
Το χει τούτο το πάθος, η Μάννα μας η Ελλάς από γεννησιμιού της!
Αφού προσπάθησε «εις μάτιν» ο Νηλέας να συμβιβάσει τα αυτονόητα . Κάλεσε την ειδήμων Θέμιδα να βοηθήσει. Μα σαν είδε κι αυτή την ασυνεννοησία και διχόνοια , συγκάλεσε έκτακτο δικαστήριο για να λύσει τη διαφορά!
Πρόεδρος ορίστηκε η Θέμιδα. Ένορκοι οι Αγγειοπλάστες , Βουκόλοι, ποιμένες και γεωργοί του αρχαίου οικισμού.
Από την μια όχθη τάχθηκαν οι ποταμοί των οποίων η σύνθεση απαρτίστηκε:
Ο μυστικός Κηρέας , ο εξαγνιστής Βουδώρας, ο βροντώδης Εστιαίωτης – Κάλλας . Η σιγανοιέρεια Αίξ της Πύρρας και της Αργυράς. Ο ντροπαλός Λάδων, ο αμίλητος Κόσκυνθος κι ο θεάρεστος Ληλας ο θαυματουργός.
Δικηγόρος Υπεράσπισης ορίστηκε ο Ωκεανός.
Και από την αντίπερα όχθη τάχθηκαν, έτοιμες για μάχη οι Πηγές :
Η Αρέθουσα η υφάλμυρος, η κοτσονάτη Βεβαία η πολύυδρος , η Αρμυρή, προστατευόμενη της Θεάς Φαρεσόφοας Περσεφόνης, και τέλος η σεμνοτάτη Αορνος.
Δικηγόρος υπεράσπισης ορίστηκε η νύμφη Αμβροσία.
Νικητής θα ήταν αυτός που θα έκανε την μεγαλύτερη επίδειξη ,και θα εντυπωσίαζε δικαστήριο και ακρατές.
Αυτός θα ήταν κι ο νικητής!
Κατά τα πρακτικά της δίκης, όσο και στην αγόρευση του, ο Κηρέας κι Βουδώρας, του ιδίου φυράματος, προσπάθησαν, οι μπαγαπόντηδες, να πλανήσουν πρώτοι τη σεβαστή Θέμιδα και τους ενόρκους.
Με τη τρόπο;
Να.. πριν να αρχίσουν οι προκαταρκτικές διαδικασίες , με μια γητειά θα μεταμόρφωναν τα πρόβατα σε μαύρα ,όταν έπιναν νερό από τον Κηρέα. Τότε, συν εννοημένοι και κάποιοι βαλτοί από τους ακροατές, θα ξεσήκωναν τον τόπο με τις επευφημίες. Με αυτό τον τρόπο θα παρέσυραν το δικαστήριο στο συναίσθημα ,και μέσα στη σύγχυση δεν θα έδιναν τον απαιτούμενο χρόνο στις αντίδικες πηγές, ώστε να κάνουν και αυτές με τη σειρά τους τις δικές τους ενέργειες.
Έτσι και έγινε. Σε ανύποπτο χρόνο, έβαλαν τα πρόβατα να πιούν νερό από τον Κηρέα ,και με μια επιδέξια κίνηση μεταμόρφωσαν τα πρόβατα σε μαύρα . Τότε οι ιαχές και οι επευφημίες ξεχύθηκαν στα ευήκοα ώτα των παρισταμένων. Με τη σειρά τους οι ειδήμονες, ως γνήσιοι σπεκουλαδόροι ανέλαβαν το καταχθόνιο σχέδιό πετυχαίνοντας προς ώρας τον σκοπό τους. Παρασύροντας τους πάντες! Μια πονηρή κλειστή ματιά προς τον Ωκεανό έδωσε το σύνθημα της νίκη τους.
Το ακροατήριο πεπεισμένο πλέον με την δεινή ικανότητα των ποταμών, ξέσπασε σε χειροκροτήματα! Και απαιτούσε να δοθεί άμεσα η Αρχηγία στους ποταμούς. Κάποιοι εκ των ημετέρων δεν δίστασαν να σηκώσουν στους ώμους τους τον Κηρέα, ως νικητή. Και να τον περιφέρουν γύρω από την πρόχειρη εξέδρα φωνασκώντας! Νάτος-νάτος ο Αρχηγός! Εύγε !
Την ήδη περιρρέουσα ατμόσφαιρα διέκοψε μια διαπερατική φωνή που προήλθε από την αντίπερα όχθη.
- Αίσχος!
Να σταματήσει η φαρσοκωμωδία! Παρακαλώ κυρία δικαστή!
Να ανακαλέσετε τη τάξη!
΄Έχουμε το δικαίωμα και εσείς την υποχρέωση να δείτε και εμάς!
Είπε, γιομάτη οργή η Αρέθουσα κρήνη, πετώντας φλόγες από το κατακόκκινο της πρόσωπο. Το έλεγε η ψυχούλα τις ,κι ας ήταν μικροκαμωμένη. Διαμαρτυρήθηκε και η Αμβροσία ,αν και τα χε λίγο χαμένα. Εξορκίζοντας τους πάντες στο όνομα του Δία! Κατόπιν , επικαλέστηκε τις Κήρες, και με μια επιδέξιά κίνηση έβαλε τα πρόβατα να πιούν νερό από τον Νηλέα και να μεταμορφωθούν αμέσως σε Λευκά!
Το τη έγινε! Δεν περιγράφεται.
Η απρόσμενη εξέλιξη, ανέτρεψε τα δεδομένα κι ανάγκασε την πολύπειρη Θέμιδα να διακόψει προσωρινά την δίκη για την ηρεμία των πνευμάτων.
Και εμάς , εκστασιασμένους να πάρουμε το μονοπάτι για το χωριό.
Αφήνοντας το σεβαστό δικαστήριο να κάνει την δουλειά του.
Η ίδρυση του οικισμού και η Ιστορική του πορεία.
Περπατώντας ανάμεσα στο ανοιξιάτικο και καταπράσινο τοπίο , προσπεράσαμε από τα αριστερά μας το κεραμιδαριό . Παλαιά εδώ υπήρχαν εργαστήρια κατασκευής κεραμιδιών. Στο οικίο βιβλίο θα ασχοληθούμε εκτενέστερα και σε μέλλοντα χρόνο. Ανηφορίσαμε έχοντας συντροφιά το δροσερό βοριαδάκι που κατέβαινε από το δεξί κλίτος του Αί -Λιά αφήνοντας μας μια ευχάριστη νότα για συντροφιά προς το Χωριό. Ο σημερινός οικισμός της Ζωοδόχου Πηγής αντικατέστησε το όνομα Τσούκα από το 1958, προς χάρι της Μεγαλόχαρης.
Απλώνεται αμφιθεατρικά σε μικρό λοφίσκο 80 μέτρων και απέχει πέντε χιλιόμετρα από την Κήρινθο.Η Θέση της, διαχρονικά στρατηγική όπως μαρτυρεί ο ενετικός οχυρωματικός πύργος που δεσπόζει σε περίοπτη θέση στην άκρη του χωριού. Ελέγχει την δίοδο της πεδιάδας του Νηλέα. όπως και τους δύο εμπορικούς δρόμους που οδηγούσαν στο βορειότερα τμήματα του νησιού. Είναι αποδεκτό σήμερα από όλους πως η αρχαία Κήρινθος, του Κόθου και του αργοναύτη Κάνθου χρησιμοποίησε για αιώνες τον οικισμό. Της εξασφάλιζε ,την ασφάλεια από τα δυτικά, τα δημητριακά , τα όσπρια , Κεραμικά, τα βοοειδή, απαραίτητα για την ίδια την επιβίωσή, αλλά και για το διαμετακομιστικό της εμπόριο.
Μεθώνη μια άγνωστη πόλη
Και ενώ η απογοήτευση μας οδηγεί στο σκότος. κάνοντας μας να στερούμαστε το φώς το της γνώσεως. Μια δυνατή λάμψη προβάλει εμπρός και μας γεννά ελπίδα. Δείχνει το δρόμο για να δούμε, με άλλη οπτική ,τον ιστορικό ορίζοντα. Μια γραπτή μαρτυρία από το παρελθόν έρχεται να μας βάλει σε σκέψεις. Ο Καρυστινός ιστοριοδίφης μας Κωσταντίνος Γουναρόπουλος μας κάνει να ελπίζουμε στην διεκδίκηση της υπάρξεως πόλης με την ονομασία Μεθώνη. Γράφει :
«Η Μεθώνη ήτο πόλις άνω της Κηρίνθου κατά το Μεσόγειον, ως λέγει ο Στέφανος, εφ΄ου φαίνεται, ότι ήν, ήτοι το 500 μ.χ. Αυτόθι τάσεται και υπό του Μελετίου. Μη έκειτο κατά το χωρίον Στρόπωνες βορειοανατολικώς του όρου Δίρφης, και ώραν περίπου από του παραλίου, όπου ερείπια και όνομα Πόλι;»
Τόσο το μέγεθος των ευρημάτων, όσο η έκταση και η θέση της μας ενισχύουν την άποψη αυτή. Τοπική παράδοση μας αναφέρει ,πως σε όλο το λόφο του Λεβάχη ,η περιοχή ονομαζόταν Παλαιόπολη.
Θα τολμούσαμε να εκφράσουμε μια ρηξικέλευθη άποψη , αν και δεν είμαστε ειδικοί, πώς η υποτιθέμενη θέση της πόλεως "Στρόπωνες" που αναγράφει ο Γουναρόπουλος είναι ελλειμματική. Γιατί στη θέση που την τοποθετεί, απλά αυτή έγκειται νότια της Κηρίνθου και κατά το παράλιο. Όχι όμως "κατά το Μεσόγειον", που αναφέρετε χαρακτηριστικά στο κείμενο. Και συμφωνούν προς τούτο οι συγγραφείς. Τόσο ο Στέφανος όσο και ο Μελέτιος.
Γνωρίζουμε όλοι ότι τα μεσογειακά χωριά που βρίσκονται σε μικρή απόσταση και άνω τις Κηρίνθου είναι : Κηρίνθος, Τσούκα, Φαράκλα, Μετόχι, Σπαθάρι και τα Καλύβια .
Πολύ πιθανό ο Γουναρόπουλος να μη γνώριζε "εξ ιδίοις όμασι", την περιοχή.
Ωστόσο , στην περιοχή του Αι-λια έχουν βρεθεί λείψανα αρχαίας οχύρωσης που ανάγεται από την κλασική εποχή *(Σκούρας).Υπάρχουν μεγάλα χωνευτά πιθάρια αποθήκευσης δημητριακών. Πολλά ερείπια οικιών και Εκκλησιών. Το 1987, μετά την καταστρεπτική φωτιά ,έγιναν ορατά απομεινάρια οικιών και στην ανατολική πλευρά του λόφου ( πίσω από το κτήμα της Μαρδίτσας Δημουλιά). Αν ευρέθησαν νομίσματα κλασικής και βυζαντινής εποχής , κοντά στην πηγή του Αι-λιά. Από τον ποιμένα Κυριάκο Παπαγγελή. Παραδόθηκαν με ιδιαίτερη επιμέλεια στο αρχαιολογικό μουσείο Χαλκίδας.
Προς χάριν της ιστορικής αλήθειας όμως , και αφού αφήσουμε το πάθος του τοπικισμού, οφείλουμε να αναφέρουμε πως τη χαμένη πόλη την διεκδικούν, και ερίζουν άλλα δύο χωριά. Η Λίμνη, στην θέση Μαυροπέτρι με ανάλογα ευρήματα. Και η Αγία Άννα στην τοποθεσία Μεθώνη, χωρίς αξιόλογα ευρήματα .Από ότι όμως φαίνεται, κλειδί στον γρίφο είναι η λέξη "Μεσόγειον".
Σε αυτή την άμιλλα θεμιτής διεκδίκησης καλείται ο ιστορικός και η αρχαιολογική σκαπάνη του μέλλοντος να ρίξουν άπλετο φως.
Στην περιοχή του Κηρέα όμως έχουμε άλλο ένα άλυτο μυστήριο να ερευνήσουμε. Μιας και ο χρόνος , αδέκαστος κι αφιλόξενος μας απωθεί με τις ιδιοτροπίες του.
Ποια ήταν η θέση του Φρουρίου Mantougo;
Για το φρούριο κάνουν μνεία αρκετοί συγγραφείς. Ας αρκεστούμε όμως σε δύο για να αναπτύξουμε την επιχειρηματολογία μας. Γράφει ο Γουναρόπουλος στη σελ΄181.
" Αλλ΄ο Παλαιολόγος επιβιβάζει τον στρατόν επί των διασωθέντων πλοίων,και κατατροπώνει τους φράγκους ούτω ο Φιλανθρωπινός και ο Ικάριος (Λυκάριος) εξηκολούθησαν τον κατά της Ευβοίας πόλεμον. Ο δε Ικάριος προβιβασθείς τότε αντιναύαρχος του Βυζαντίου, και συνεννοησάμενος πολλοίς Φράγκοις της Νήσου, εκιρίευσε την δυνατήν Κάρυστον, κατέλαβε τούς αξιόλογους πύργους Άρμενα, Κούπα, Κλεισούραν και Μανδούκι, απέκλεισε την νησον πανταχόθεν, και το 1278 επολιόρκησε αυτήν την πρωτεύουσα της Χαλκίδος."
και αναφέρει την εξής παραπομπή:
"Των πύργων τούτων, γνωστών κατά τα Στύρα φρούριον Άρμενον. κούπα ίσως ο νύν Κοπανάς της Χαλκίδος, ου μακράν του Βατώντος, όπου ο Λυκάριος επολέμησε τους Φράγκους. Μαντούκι το Μαντούδι εν τω δήμω Κηρέως, η δε κλεισούρα ην πιθανώς κατά το χωρίον Άγιος εν τω δήμω Αιδηψου, όπου επί τινός βουνού δίοδος στενή."
Ο ιστορικός μας τοποθετεί το Μαντούκι στον ευρύτερο χώρο του Κηρέα , χωρίς να μας προσδιορίζει την ακριβή του θέση . Για το δε κάστρο της Κλεισούρας, στερήτε αληθούς βάσης όσο αναφορά τη θέση του να την τοποθετεί στο βορειότερο σημείο Άγιος της Αιδηψού.
Συγκεκριμένα πρόκειται για την οχυρή θέση της Κλεισούρας, Κλεισώρειών κατά το βυζαντινό η derben (Δερβένι) στα Περσικά, που σημαίνει στενό πέρασμα. Το πέρασμα αυτό βρίσκεται στίς απολήξεις του Βουνού Αγιος και πάνω από τον Αγιο Γεώργιο , λίγα χιλιόμετρα έξω από το Προκόπι. Όπως γράφει ο Γάλλος περιηγητής Jean Alexandre Buchon, ο Σκούρας...... και άλλοι.
Oσο αναφορά για το Κάστρο Mantougo ο ιστορικός ερευνητής Σκούρας δίνει τη δική του εκτίμηση για την ακριβή θέση του:
" Η οδική απόσταση Μαντούδι- Στροφυλιά είναι 8 χλμ. η δέ κατ΄ευθείαν γύρω στα 5 χλμ. Στο διάστημα αυτό αναφέρεται η ύπαρξη δυο οχυρών , από άλλους οχυρό στη Στροφυλιά και από άλλους κάστρο στο Μαντούδι. Δυο όμως οχυρά δεν υπάρχουν και θαρρώ πως όλοι κάνουν σύγχυση για ένα και το αυτό οχυρό.
Ένα περίπου χιλιόμετρο πρίν τη Στροφυλιά , υπάρχει αριστερά ένας χωματόδρομος. Όταν κάνεις σ΄αυτόν 2 χλμ περίπου, αφού περάσεις το ύψωμα και πιάσεις τον ανήφορο, εκεί που συναντάς λίγα πεύκα, βρίσκεται σ΄ένα ύψωμα 190 μ. που στην Α. και Δ. πλευρά του υπάρχουν τοίχοι της κλασικής εποχής. Το οχυρό χρησιμοποιήθηκε κι το Μεσαίωνα. Απόδειξη για αυτό είναι τα άφθονα όστρακα τα μεσαιωνικά, αλλά και τα ερείπια πέντε βυζαντινών εκκλησιών πού είναι στον ίδιο χώρο και που εύκολα μπορεί να δει επισκέπτης. Αυτό είναι το κάστρο Μαντούκο που στη θέση αυτή σημειώνουν και όλοι οι χάρτες σχεδόν. Δεν νομίζω ότι υπάρχει τοπογραφικό πρόβλημα. μια σωστή ειδική μελέτη και ανασκαφή θα το αποδείξουν."
Θέλουμε να πιστεύουμε πως ο ερευνητής Σκούρας μπέρδεψε την μεσαιωνική πόλη Μεθώνη με το κάστρο Μαντούγκο. εξάλλου οι μεσαιωνικοί χάρτες δεν δείχνουν την ακριβή θέση ενός σημείου. Διαφέρουν με απόκλιση και χιλιομέτρων ακόμη.
Απόδειξη περι τουτου η διαφοά απόψεων Miller-Λάμπρου Τόμος Α, σελίδα 115 που το τοποθετούν μεταξύ Αχμέταγα (Προκόπιο) και Λίμνης. Καθώς και J.A Bachon ,Voyage dan I Ede, Bes Ioniennes el les Cyclades en 1841,Paris στα νότια του Μαντουδίου.
Τα δε πολυπληθείς ευρήματα ,όπως οι βυζαντινές Εκκλησίες , τα ερείπια οικιών συνηγορούν για την ύπαρξη σημαντικού οικιστικού κέντρου ,όπως αναφέραμε και πριν για να στηρίξουμε την επιχειρηματολογία μας. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες εντοπισμού του , δεν πρόσεξε κανείς τον μεγάλο λόφο που βρίσκεται 3,5 χλμ περίπου ,πριν την Στροφυλια, στα δεξιά του αμαξωτού δρόμου, και μόλις 1 χλμ από τον οικισμό της Κηρίνθου. Είναι ο λόφος Καστρί που στέκεται αγέρωχος αιώνες τώρα. Μια παράδοση λέει πως τον είχαν κτίσει η βυζαντινοί και μετέπειτα περιήλθε στα χέρια των Ενετών. Το ύψος του είναι 250 μέτρα. Ο θρύλος αναφέρει πως ο χρυσαετός δεν προστάτευε μόνο την αιωνόβια βελανιδιά. Αλλά και τον πύργο που ήταν στο ύψωμα της Αγίας παρασκευής. Επιτόπια έρευνα που είχα κάνει , μαζί με τον αρχαιολόγο -ιστορικό Διονύσιο Κατσούλη είχαμε εντοπίσει ,πηγή στα ανατολικά του υψώματος με κεραμικό αγωγό , με διεύθυνση νότια προς βόρειανατολική. Μεσαιωνικά όστρακα, Λίγα μέτρα προς τις ανατολικές /νότιες παρυφές, βρέθηκαν ίχνη ανασκαφής και κατάλευκοι ανθρώπινοι σκελετοί σε χωνευτό πιθάρι επιχρισμένο με κουρασάντι.
Από τους παλαιότερους διασώζονταν θρύλοι έως και σήμερα ,που αναφέρουν για εμφανίσεις ιπποτών σε ποιμένες , στρατοκόπους και βουκόλους. Σαν σουρουπώσει βγαίνουν να ξαποστάσουν στο τρεχούμενο νερό της πηγής, κάτω από τη μεγάλη βελανιδιά. Διηγούνται τα κατορθώματά ,και τις μάχες που έδωσαν στα ριζά του Καστριού. Άλλους πάλι τους πιάνει το παράπονο για τις αγαπημένες συζύγους που δεν ξαναείδαν ποτέ. Και σαν φανεί ο αυγερινός κινούν για την ανηφοριά του κάστρου ,ευχαριστώντας τους ακροατές τους . Και αύριο; Ποιος ξέρει; Κάποια νέα ιστορία- θρύλο θα μάθουμε. Εκεί στην μεγάλη βελανιδιά.
Λέγεται, πως το κτηριακό συγκρότημα του Αβέρωφ , αλλά και το παλαιότερο κονάκι του Χατζή-Ισμαήλ-Κιαμήλ κτίστηκε από οικοδομικά υλικά του Κάστρου. Η δε επιβλητική του θωριά έκανε το κάστρο τρομακτικό και απόρθητο από πολλά χιλιόμετρα. Καθώς ήλεγχε όλους τους δρόμους και μονοπάτια προς το βόρειο μέρος του νησιού . Μια αρχαιολογική αυτοψία ,πιστεύουμε καλοπροαίρετα θα πείσει και τον τελευταίο δύσπιστο.
Η Μεθώνη εξαφανίζεται , άγνωστο πότε, κατά τον μεσαίωνα .Την ίδια τύχη έχει και το Μαντούγκο με τον οικισμό του. Έτσι δημιουργήθηκαν τα Μαντούδια - οικισμοί : Τσούκα Στροφυλιάς, Σκυλόγιαννη , Κρύα Βρύση, Αγία Ειρήνη του Αγίου Λουκά, Λουλούδια, Παλαιά Φαράκλα μετέπειτα Νέα, Αγίου Αθανασίου , και αποτέλεσαν μεταγενέστερα τον μεγάλο οικισμό του Μαντουδίου.
Και αφού κάναμε την ιστορική ανατροπή και διαδρομή ας επιστρέψουμε στο χωριό και ας ξαποστάσουμε στο φιλόξενο πεζούλι της Εκκλησίας της Ζωοδόχου πηγής . Λένε οι γεροντότεροι πως καλύτερη ώρα για να ατενίσεις τον κάμπο είναι όταν σουρουπώνει. Ίσως γιατί ο μύστης Νηλέας με τις ερωμένες του, βγάζει στη φόρα τα καλά κρυμμένα του μυστικά . Νιώθω την ανάγκη να αφιερώσω από τα ενδόμυχά μου ένα ποίημα που το χω κρυμμένο και καλά σφαλιστά στη καρδιά μου. Ας είναι όμως....κι αυτό... σαν όλα τα άλλα.
Ο χρόνος ανεβαίνει γοργά την ανηφοριά.
Μεθώνη μια άγνωστη πόλη
Και ενώ η απογοήτευση μας οδηγεί στο σκότος. κάνοντας μας να στερούμαστε το φώς το της γνώσεως. Μια δυνατή λάμψη προβάλει εμπρός και μας γεννά ελπίδα. Δείχνει το δρόμο για να δούμε, με άλλη οπτική ,τον ιστορικό ορίζοντα. Μια γραπτή μαρτυρία από το παρελθόν έρχεται να μας βάλει σε σκέψεις. Ο Καρυστινός ιστοριοδίφης μας Κωσταντίνος Γουναρόπουλος μας κάνει να ελπίζουμε στην διεκδίκηση της υπάρξεως πόλης με την ονομασία Μεθώνη. Γράφει :
«Η Μεθώνη ήτο πόλις άνω της Κηρίνθου κατά το Μεσόγειον, ως λέγει ο Στέφανος, εφ΄ου φαίνεται, ότι ήν, ήτοι το 500 μ.χ. Αυτόθι τάσεται και υπό του Μελετίου. Μη έκειτο κατά το χωρίον Στρόπωνες βορειοανατολικώς του όρου Δίρφης, και ώραν περίπου από του παραλίου, όπου ερείπια και όνομα Πόλι;»
Τόσο το μέγεθος των ευρημάτων, όσο η έκταση και η θέση της μας ενισχύουν την άποψη αυτή. Τοπική παράδοση μας αναφέρει ,πως σε όλο το λόφο του Λεβάχη ,η περιοχή ονομαζόταν Παλαιόπολη.
Θα τολμούσαμε να εκφράσουμε μια ρηξικέλευθη άποψη , αν και δεν είμαστε ειδικοί, πώς η υποτιθέμενη θέση της πόλεως "Στρόπωνες" που αναγράφει ο Γουναρόπουλος είναι ελλειμματική. Γιατί στη θέση που την τοποθετεί, απλά αυτή έγκειται νότια της Κηρίνθου και κατά το παράλιο. Όχι όμως "κατά το Μεσόγειον", που αναφέρετε χαρακτηριστικά στο κείμενο. Και συμφωνούν προς τούτο οι συγγραφείς. Τόσο ο Στέφανος όσο και ο Μελέτιος.
Γνωρίζουμε όλοι ότι τα μεσογειακά χωριά που βρίσκονται σε μικρή απόσταση και άνω τις Κηρίνθου είναι : Κηρίνθος, Τσούκα, Φαράκλα, Μετόχι, Σπαθάρι και τα Καλύβια .
Πολύ πιθανό ο Γουναρόπουλος να μη γνώριζε "εξ ιδίοις όμασι", την περιοχή.
Ωστόσο , στην περιοχή του Αι-λια έχουν βρεθεί λείψανα αρχαίας οχύρωσης που ανάγεται από την κλασική εποχή *(Σκούρας).Υπάρχουν μεγάλα χωνευτά πιθάρια αποθήκευσης δημητριακών. Πολλά ερείπια οικιών και Εκκλησιών. Το 1987, μετά την καταστρεπτική φωτιά ,έγιναν ορατά απομεινάρια οικιών και στην ανατολική πλευρά του λόφου ( πίσω από το κτήμα της Μαρδίτσας Δημουλιά). Αν ευρέθησαν νομίσματα κλασικής και βυζαντινής εποχής , κοντά στην πηγή του Αι-λιά. Από τον ποιμένα Κυριάκο Παπαγγελή. Παραδόθηκαν με ιδιαίτερη επιμέλεια στο αρχαιολογικό μουσείο Χαλκίδας.
Προς χάριν της ιστορικής αλήθειας όμως , και αφού αφήσουμε το πάθος του τοπικισμού, οφείλουμε να αναφέρουμε πως τη χαμένη πόλη την διεκδικούν, και ερίζουν άλλα δύο χωριά. Η Λίμνη, στην θέση Μαυροπέτρι με ανάλογα ευρήματα. Και η Αγία Άννα στην τοποθεσία Μεθώνη, χωρίς αξιόλογα ευρήματα .Από ότι όμως φαίνεται, κλειδί στον γρίφο είναι η λέξη "Μεσόγειον".
Σε αυτή την άμιλλα θεμιτής διεκδίκησης καλείται ο ιστορικός και η αρχαιολογική σκαπάνη του μέλλοντος να ρίξουν άπλετο φως.
Στην περιοχή του Κηρέα όμως έχουμε άλλο ένα άλυτο μυστήριο να ερευνήσουμε. Μιας και ο χρόνος , αδέκαστος κι αφιλόξενος μας απωθεί με τις ιδιοτροπίες του.
Ποια ήταν η θέση του Φρουρίου Mantougo;
Για το φρούριο κάνουν μνεία αρκετοί συγγραφείς. Ας αρκεστούμε όμως σε δύο για να αναπτύξουμε την επιχειρηματολογία μας. Γράφει ο Γουναρόπουλος στη σελ΄181.
" Αλλ΄ο Παλαιολόγος επιβιβάζει τον στρατόν επί των διασωθέντων πλοίων,και κατατροπώνει τους φράγκους ούτω ο Φιλανθρωπινός και ο Ικάριος (Λυκάριος) εξηκολούθησαν τον κατά της Ευβοίας πόλεμον. Ο δε Ικάριος προβιβασθείς τότε αντιναύαρχος του Βυζαντίου, και συνεννοησάμενος πολλοίς Φράγκοις της Νήσου, εκιρίευσε την δυνατήν Κάρυστον, κατέλαβε τούς αξιόλογους πύργους Άρμενα, Κούπα, Κλεισούραν και Μανδούκι, απέκλεισε την νησον πανταχόθεν, και το 1278 επολιόρκησε αυτήν την πρωτεύουσα της Χαλκίδος."
και αναφέρει την εξής παραπομπή:
"Των πύργων τούτων, γνωστών κατά τα Στύρα φρούριον Άρμενον. κούπα ίσως ο νύν Κοπανάς της Χαλκίδος, ου μακράν του Βατώντος, όπου ο Λυκάριος επολέμησε τους Φράγκους. Μαντούκι το Μαντούδι εν τω δήμω Κηρέως, η δε κλεισούρα ην πιθανώς κατά το χωρίον Άγιος εν τω δήμω Αιδηψου, όπου επί τινός βουνού δίοδος στενή."
Ο ιστορικός μας τοποθετεί το Μαντούκι στον ευρύτερο χώρο του Κηρέα , χωρίς να μας προσδιορίζει την ακριβή του θέση . Για το δε κάστρο της Κλεισούρας, στερήτε αληθούς βάσης όσο αναφορά τη θέση του να την τοποθετεί στο βορειότερο σημείο Άγιος της Αιδηψού.
Συγκεκριμένα πρόκειται για την οχυρή θέση της Κλεισούρας, Κλεισώρειών κατά το βυζαντινό η derben (Δερβένι) στα Περσικά, που σημαίνει στενό πέρασμα. Το πέρασμα αυτό βρίσκεται στίς απολήξεις του Βουνού Αγιος και πάνω από τον Αγιο Γεώργιο , λίγα χιλιόμετρα έξω από το Προκόπι. Όπως γράφει ο Γάλλος περιηγητής Jean Alexandre Buchon, ο Σκούρας...... και άλλοι.
Oσο αναφορά για το Κάστρο Mantougo ο ιστορικός ερευνητής Σκούρας δίνει τη δική του εκτίμηση για την ακριβή θέση του:
" Η οδική απόσταση Μαντούδι- Στροφυλιά είναι 8 χλμ. η δέ κατ΄ευθείαν γύρω στα 5 χλμ. Στο διάστημα αυτό αναφέρεται η ύπαρξη δυο οχυρών , από άλλους οχυρό στη Στροφυλιά και από άλλους κάστρο στο Μαντούδι. Δυο όμως οχυρά δεν υπάρχουν και θαρρώ πως όλοι κάνουν σύγχυση για ένα και το αυτό οχυρό.
Ένα περίπου χιλιόμετρο πρίν τη Στροφυλιά , υπάρχει αριστερά ένας χωματόδρομος. Όταν κάνεις σ΄αυτόν 2 χλμ περίπου, αφού περάσεις το ύψωμα και πιάσεις τον ανήφορο, εκεί που συναντάς λίγα πεύκα, βρίσκεται σ΄ένα ύψωμα 190 μ. που στην Α. και Δ. πλευρά του υπάρχουν τοίχοι της κλασικής εποχής. Το οχυρό χρησιμοποιήθηκε κι το Μεσαίωνα. Απόδειξη για αυτό είναι τα άφθονα όστρακα τα μεσαιωνικά, αλλά και τα ερείπια πέντε βυζαντινών εκκλησιών πού είναι στον ίδιο χώρο και που εύκολα μπορεί να δει επισκέπτης. Αυτό είναι το κάστρο Μαντούκο που στη θέση αυτή σημειώνουν και όλοι οι χάρτες σχεδόν. Δεν νομίζω ότι υπάρχει τοπογραφικό πρόβλημα. μια σωστή ειδική μελέτη και ανασκαφή θα το αποδείξουν."
Θέλουμε να πιστεύουμε πως ο ερευνητής Σκούρας μπέρδεψε την μεσαιωνική πόλη Μεθώνη με το κάστρο Μαντούγκο. εξάλλου οι μεσαιωνικοί χάρτες δεν δείχνουν την ακριβή θέση ενός σημείου. Διαφέρουν με απόκλιση και χιλιομέτρων ακόμη.
Απόδειξη περι τουτου η διαφοά απόψεων Miller-Λάμπρου Τόμος Α, σελίδα 115 που το τοποθετούν μεταξύ Αχμέταγα (Προκόπιο) και Λίμνης. Καθώς και J.A Bachon ,Voyage dan I Ede, Bes Ioniennes el les Cyclades en 1841,Paris στα νότια του Μαντουδίου.
Τα δε πολυπληθείς ευρήματα ,όπως οι βυζαντινές Εκκλησίες , τα ερείπια οικιών συνηγορούν για την ύπαρξη σημαντικού οικιστικού κέντρου ,όπως αναφέραμε και πριν για να στηρίξουμε την επιχειρηματολογία μας. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες εντοπισμού του , δεν πρόσεξε κανείς τον μεγάλο λόφο που βρίσκεται 3,5 χλμ περίπου ,πριν την Στροφυλια, στα δεξιά του αμαξωτού δρόμου, και μόλις 1 χλμ από τον οικισμό της Κηρίνθου. Είναι ο λόφος Καστρί που στέκεται αγέρωχος αιώνες τώρα. Μια παράδοση λέει πως τον είχαν κτίσει η βυζαντινοί και μετέπειτα περιήλθε στα χέρια των Ενετών. Το ύψος του είναι 250 μέτρα. Ο θρύλος αναφέρει πως ο χρυσαετός δεν προστάτευε μόνο την αιωνόβια βελανιδιά. Αλλά και τον πύργο που ήταν στο ύψωμα της Αγίας παρασκευής. Επιτόπια έρευνα που είχα κάνει , μαζί με τον αρχαιολόγο -ιστορικό Διονύσιο Κατσούλη είχαμε εντοπίσει ,πηγή στα ανατολικά του υψώματος με κεραμικό αγωγό , με διεύθυνση νότια προς βόρειανατολική. Μεσαιωνικά όστρακα, Λίγα μέτρα προς τις ανατολικές /νότιες παρυφές, βρέθηκαν ίχνη ανασκαφής και κατάλευκοι ανθρώπινοι σκελετοί σε χωνευτό πιθάρι επιχρισμένο με κουρασάντι.
Από τους παλαιότερους διασώζονταν θρύλοι έως και σήμερα ,που αναφέρουν για εμφανίσεις ιπποτών σε ποιμένες , στρατοκόπους και βουκόλους. Σαν σουρουπώσει βγαίνουν να ξαποστάσουν στο τρεχούμενο νερό της πηγής, κάτω από τη μεγάλη βελανιδιά. Διηγούνται τα κατορθώματά ,και τις μάχες που έδωσαν στα ριζά του Καστριού. Άλλους πάλι τους πιάνει το παράπονο για τις αγαπημένες συζύγους που δεν ξαναείδαν ποτέ. Και σαν φανεί ο αυγερινός κινούν για την ανηφοριά του κάστρου ,ευχαριστώντας τους ακροατές τους . Και αύριο; Ποιος ξέρει; Κάποια νέα ιστορία- θρύλο θα μάθουμε. Εκεί στην μεγάλη βελανιδιά.
Λέγεται, πως το κτηριακό συγκρότημα του Αβέρωφ , αλλά και το παλαιότερο κονάκι του Χατζή-Ισμαήλ-Κιαμήλ κτίστηκε από οικοδομικά υλικά του Κάστρου. Η δε επιβλητική του θωριά έκανε το κάστρο τρομακτικό και απόρθητο από πολλά χιλιόμετρα. Καθώς ήλεγχε όλους τους δρόμους και μονοπάτια προς το βόρειο μέρος του νησιού . Μια αρχαιολογική αυτοψία ,πιστεύουμε καλοπροαίρετα θα πείσει και τον τελευταίο δύσπιστο.
Η Μεθώνη εξαφανίζεται , άγνωστο πότε, κατά τον μεσαίωνα .Την ίδια τύχη έχει και το Μαντούγκο με τον οικισμό του. Έτσι δημιουργήθηκαν τα Μαντούδια - οικισμοί : Τσούκα Στροφυλιάς, Σκυλόγιαννη , Κρύα Βρύση, Αγία Ειρήνη του Αγίου Λουκά, Λουλούδια, Παλαιά Φαράκλα μετέπειτα Νέα, Αγίου Αθανασίου , και αποτέλεσαν μεταγενέστερα τον μεγάλο οικισμό του Μαντουδίου.
Και αφού κάναμε την ιστορική ανατροπή και διαδρομή ας επιστρέψουμε στο χωριό και ας ξαποστάσουμε στο φιλόξενο πεζούλι της Εκκλησίας της Ζωοδόχου πηγής . Λένε οι γεροντότεροι πως καλύτερη ώρα για να ατενίσεις τον κάμπο είναι όταν σουρουπώνει. Ίσως γιατί ο μύστης Νηλέας με τις ερωμένες του, βγάζει στη φόρα τα καλά κρυμμένα του μυστικά . Νιώθω την ανάγκη να αφιερώσω από τα ενδόμυχά μου ένα ποίημα που το χω κρυμμένο και καλά σφαλιστά στη καρδιά μου. Ας είναι όμως....κι αυτό... σαν όλα τα άλλα.
Ο χρόνος ανεβαίνει γοργά την ανηφοριά.
Μέρες αργές, ατέλειωτες.
Μόχθος και Ιδρώτας. γιομάτοι με γλυκόπικρες θύμησες .
Τήρα!
Ο κάμπος των χρυσών σταχυών προβάλει εμπρός μου!
Ο ίσκιος των γέρικων πλατάνων κι οι Κήρες, ψιθυρίζουν μυστικά με το νερό του Νηλέα.
Η κίνηση λικνίζεται αέναα , μ΄άντρες, γυναίκες και παιδιά.
Οι βραγιές γίνονται ζώσες γειτονιές και το πανηγύρι αρχίζει!
Τα δρεπάνια αχόρταγα θερίζουν το βιός της Ευβοϊκής γης. από ηλιοκαμένους Θεριστές.
Η νοσταλγία του παλιού καιρού ακτινοβολεί από τη Λάμψη του κίτρινου καμβά.
Νάτος !
Μόχθος και Ιδρώτας. γιομάτοι με γλυκόπικρες θύμησες .
Τήρα!
Ο κάμπος των χρυσών σταχυών προβάλει εμπρός μου!
Ο ίσκιος των γέρικων πλατάνων κι οι Κήρες, ψιθυρίζουν μυστικά με το νερό του Νηλέα.
Η κίνηση λικνίζεται αέναα , μ΄άντρες, γυναίκες και παιδιά.
Οι βραγιές γίνονται ζώσες γειτονιές και το πανηγύρι αρχίζει!
Τα δρεπάνια αχόρταγα θερίζουν το βιός της Ευβοϊκής γης. από ηλιοκαμένους Θεριστές.
Η νοσταλγία του παλιού καιρού ακτινοβολεί από τη Λάμψη του κίτρινου καμβά.
Νάτος !
Ο Ιούνης ο Θεριστής!
Τώρα το τραγούδι και το πάθος θεριεύουν!
Ένας και μοναδικός χορός μέσα στο χρόνο.
Το πήλινο λαγήνι , βγαλμένο από το δικό μας χώμα, δίνει ζωντάνια και πνοή.
Σε αυτόν τον πίνακα δεν λείπουν και τα ζωντανά ,που τρέφονται και αυτά αργά – αργά κοιτώντας τον ήλιο και τις φυλλωσιές.
Τώρα όμως.... ο δικός μου Ιούνης δεν υπάρχει πιά.
Ούτε ο κόσμος που κυμάτιζε αγνός πάνω του.
'Έμεινε ο Βορέας μόνος να αναπολεί τη θύμηση των παιδικών μου χρόνων .
Με μια ερώτηση κι ευχή.
Θα 'ρθει ξανά;
Ο ίσκιος από τις μεγάλες φτελιές λικνίζεται και γίνετε ένα με το αργιλώδες χούμα. Γυρίζω πίσω στο χρόνο. Θυμάμαι την αφήγηση του παππού μου. Ναι το θυμάμαι καλά. Μιλούσε για το Κεραμιδαριό, για τους τσουκαλάδες οικιστές του χωριού. και πως χάθηκε η τέχνη. ( Αφήγηση για τους τσουκαλάδες της Τσούκας και το κεραμιδαριό)Ας ακούσουμε την περιγραφή που σίγουρα κρύβη καλά τα μυστικά της
Τώρα το τραγούδι και το πάθος θεριεύουν!
Ένας και μοναδικός χορός μέσα στο χρόνο.
Το πήλινο λαγήνι , βγαλμένο από το δικό μας χώμα, δίνει ζωντάνια και πνοή.
Σε αυτόν τον πίνακα δεν λείπουν και τα ζωντανά ,που τρέφονται και αυτά αργά – αργά κοιτώντας τον ήλιο και τις φυλλωσιές.
Τώρα όμως.... ο δικός μου Ιούνης δεν υπάρχει πιά.
Ούτε ο κόσμος που κυμάτιζε αγνός πάνω του.
'Έμεινε ο Βορέας μόνος να αναπολεί τη θύμηση των παιδικών μου χρόνων .
Με μια ερώτηση κι ευχή.
Θα 'ρθει ξανά;
Ο ίσκιος από τις μεγάλες φτελιές λικνίζεται και γίνετε ένα με το αργιλώδες χούμα. Γυρίζω πίσω στο χρόνο. Θυμάμαι την αφήγηση του παππού μου. Ναι το θυμάμαι καλά. Μιλούσε για το Κεραμιδαριό, για τους τσουκαλάδες οικιστές του χωριού. και πως χάθηκε η τέχνη. ( Αφήγηση για τους τσουκαλάδες της Τσούκας και το κεραμιδαριό)Ας ακούσουμε την περιγραφή που σίγουρα κρύβη καλά τα μυστικά της
ΟΙ ΑΓΓΙΟΠΛΑΣΤΕΣ
Η αγγειοπλαστική τέχνη ήταν γνωστή από την αρχαιότητα στην περιοχή μας. Τα τσουκάλια της Τσούκας, δεν δήλωναν απλώς την ύπαρξη αυτής της τέχνης στους παλιότερους χρόνους, αλλά και το επίπεδο ανάπτυξης της. Η ανάπτυξη της αγγειοπλαστικής στην περιοχή μας και γενικά στην ευρύτερη περιοχή οφείλεται στην ύπαρξη καλού αργιλικού υλικού που υπάρχει άφθονο και με το οποίο γίνετε ο πηλός. Η Τσούκα, η Παλιά Φαράκλα, η Κεράμια, ο Αλμυροπόταμος (Κρύα βρύση), το Μαντούδι κ.τ.λ. Το πιο κατάλληλο αργιλόχωμα της Τσούκας ,είναι στην περιοχή του Αι-Λία ( Λεβάχι) . Είναι ασπρόχωμα και κατάλληλο για την κατασκευή οικιακών σκευών, όπως τσουκάλια ,αγγεία, κατρούλια, χύτρες πιάτα .Και στον Κατρουλά , Λιβάδια, αργιλόχωμα σκούρο κατάλληλο για κεραμίδια και τούβλα. Στο σημερινό οικισμό η όταν αυτός βρισκόταν στη θέση Αι-Λία βρισκόταν η συνοικία των τσουκαλάδων που ήταν γνωστή τόσο στους Αρχαίους, βυζαντινούς, Ενετικούς, αλλά και και Τουρκικούς χρόνους. Σταμάτησε το 1822 και ξανα άρχισε πολύ αργότερα. Εως το 1915 περίπου.
Η χρονολογία που έκλεισε το τελευταίο εναπομείναν εργαστήριο κεραμιδιών που λειτουργούσε στη Θέση Κεραμιδαριό. Οι παλαιότεροι Τσούκαίτες Ο Δημήτρης Βασδέκης, ο Δημήτρης Φοίφας , ο Γιάννης καλομοίρης, ο Κυριάκος Παπαγγελής , ο Γιάννης ο Πλέρος και άλλοι θυμούνται τις στοές και την καμινάδα σαν τρύπωναν σαν αρουραίοι στα σωθικά του για εξερεύνηση. Δυστυχώς δεν έχουν διασωθεί στοιχεία για τους ιδιοκτήτες, και τη δυναμικότητα του εργαστηρίου που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην κατανόηση των οικοδομικών αναγκών του χωριού και της γύρω περιοχής. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας αλλά και η ανεύρεση νέων υλικών κατασκευής οικιακών συσκευών, παραμέρισε την κεραμοποιία αγγειοπλαστική, με αποτέλεσμα να εξαφανιστεί.
Από τους Τουρκικούς φορολογικούς καταλόγους του 1474 της Ευγενείας Μπαλτά αναφέρεται ο οικισμός ως Τσουκάλα δείχνοντας της επαγγελματική ιδιότητα των οικιστών. Στην ίδιο φορολογικό κατάλογο αναφέρετε το Τσουκαίτικο ονοματεπώνυμο Βασιλική Γλίνα που δηλώνει ιδιότητα επαγγέλματος αγγειοπλαστικής. Τα καμίνια και η κατεργασία γινόταν στη ευρύτερη θέση του Κατρουλά, κοντά στον Άγιο Βλάση. Ο Άγιος Βλάσιος ήταν ο προστάτης των Τσουκαλάδων. Από ότι φαίνεται η συντεχνία των τσουκαλάδων της Τσούκας είχε εμπορικές συναλλαγές με τους περίφημους τσουκαλάδες του Αίνου Θράκης. Το συμπέρασμα αυτό το βγάζουμε διότι ο Αγιος Βλάσιος είναι κοινός προστάτης των αγγειοπλαστών τόσο στην περιοχή της Τσούκας όσο και στον Αίμο της Ανατολικής Θράκης. Έτερο στοιχείο εκ παραδόσεως, τα πλοία που προσέγγισαν τα Ευβοϊκά νερά για τις εμπορικές συναλλαγές και τη μεταφορά γινόταν κυρίως με πλοία και σακολέβες των Αινιτών. Ο Καραβέλας*( λόφος Καραβέλας), ο Παλιός, Ο Αργυρίου με τη Σκούνα του, Ο Κούταβος, ο Χατζη Αντώνης Βισβίζης. Ήταν παλιοί γνώριμοι των Τσουκαιτών, λόγω μεταφορών των προϊόντων τους ,αλλά και στα μετέπειτα χρόνια της επανάστασης ,που με κίνδυνο της ζωής τους συνέβαλαν στην σωτηρία πολλών Ελλήνων της Εύβοιας κατά την εκστρατεία του Δράμαλη αλλά και του Περτσκόφταλη. Τόσο από την Κρύα βρύση αλλά και από το Κυμάσι.
.
Ο ΠΗΛΟΣ , Ο ΤΡΟΧΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΜΙΝΙ
Η χρονολογία που έκλεισε το τελευταίο εναπομείναν εργαστήριο κεραμιδιών που λειτουργούσε στη Θέση Κεραμιδαριό. Οι παλαιότεροι Τσούκαίτες Ο Δημήτρης Βασδέκης, ο Δημήτρης Φοίφας , ο Γιάννης καλομοίρης, ο Κυριάκος Παπαγγελής , ο Γιάννης ο Πλέρος και άλλοι θυμούνται τις στοές και την καμινάδα σαν τρύπωναν σαν αρουραίοι στα σωθικά του για εξερεύνηση. Δυστυχώς δεν έχουν διασωθεί στοιχεία για τους ιδιοκτήτες, και τη δυναμικότητα του εργαστηρίου που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην κατανόηση των οικοδομικών αναγκών του χωριού και της γύρω περιοχής. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας αλλά και η ανεύρεση νέων υλικών κατασκευής οικιακών συσκευών, παραμέρισε την κεραμοποιία αγγειοπλαστική, με αποτέλεσμα να εξαφανιστεί.
Από τους Τουρκικούς φορολογικούς καταλόγους του 1474 της Ευγενείας Μπαλτά αναφέρεται ο οικισμός ως Τσουκάλα δείχνοντας της επαγγελματική ιδιότητα των οικιστών. Στην ίδιο φορολογικό κατάλογο αναφέρετε το Τσουκαίτικο ονοματεπώνυμο Βασιλική Γλίνα που δηλώνει ιδιότητα επαγγέλματος αγγειοπλαστικής. Τα καμίνια και η κατεργασία γινόταν στη ευρύτερη θέση του Κατρουλά, κοντά στον Άγιο Βλάση. Ο Άγιος Βλάσιος ήταν ο προστάτης των Τσουκαλάδων. Από ότι φαίνεται η συντεχνία των τσουκαλάδων της Τσούκας είχε εμπορικές συναλλαγές με τους περίφημους τσουκαλάδες του Αίνου Θράκης. Το συμπέρασμα αυτό το βγάζουμε διότι ο Αγιος Βλάσιος είναι κοινός προστάτης των αγγειοπλαστών τόσο στην περιοχή της Τσούκας όσο και στον Αίμο της Ανατολικής Θράκης. Έτερο στοιχείο εκ παραδόσεως, τα πλοία που προσέγγισαν τα Ευβοϊκά νερά για τις εμπορικές συναλλαγές και τη μεταφορά γινόταν κυρίως με πλοία και σακολέβες των Αινιτών. Ο Καραβέλας*( λόφος Καραβέλας), ο Παλιός, Ο Αργυρίου με τη Σκούνα του, Ο Κούταβος, ο Χατζη Αντώνης Βισβίζης. Ήταν παλιοί γνώριμοι των Τσουκαιτών, λόγω μεταφορών των προϊόντων τους ,αλλά και στα μετέπειτα χρόνια της επανάστασης ,που με κίνδυνο της ζωής τους συνέβαλαν στην σωτηρία πολλών Ελλήνων της Εύβοιας κατά την εκστρατεία του Δράμαλη αλλά και του Περτσκόφταλη. Τόσο από την Κρύα βρύση αλλά και από το Κυμάσι.
.
Ο ΠΗΛΟΣ , Ο ΤΡΟΧΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΜΙΝΙ
Οι τσουκαλάδες έπαιρναν άσπρο αργιλόχωμα από τη θέση κατρουλά* αλλά και τις παρυφές του λόφου του Αι-λιά και με αυτόν έφτιαχναν τον πηλό. Από προφορική παράδοση λέγεται πως στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ο τοπικός Πασάς είχε παραχωρήσει όλη την περιοχή στους τσουκαλάδες έναντι φόρου. Από ότι φαίνεται , από την ίδια περιοχή έπαιρναν χώμα και στα αρχαία χρόνια μιας και στην ευρύτερη περιοχή έχουν βρεθεί μεγάλα πιθάρια χωμένα μες στην Γή. Το αργιλόχωμα βρισκόταν σε βάθος κάτω από το μισό μέτρο και η μεταφορά του γινόταν με υποστατικά και με κάρα. Η εξόρυξη του γινόταν με τσάπες και φτυάρια το μήνα Αύγουστο έως και τα μέσα Σεπτεμβρίου, επειδή τότε η γη είναι στεγνή και δεν υπάρχει κίνδυνος από την εργασία ώστε το αποθηκευμένο χώμα να παγώσει το χειμώνα. Το χώμα το αποθήκευαν στο υπόγειο του σπιτιού τους όπου έμενε όλο το χρόνο. Στις αρχές του καλοκαιριού έβγαζαν το υπόλοιπο χώμα στην αυλή και καθάριζαν και αέριζαν το υπόγειο για να τοποθετήσουν το καινούργιο χώμα.
Για να φτιάξουν τον πηλό έριχναν νερό σε λίγο χώμα και το ζύμωναν με γυμνά πόδια. Όταν ο πηλός έπηζε τον καθάριζαν με τα χέρια απομακρύνοντας ρίζες ,χόρτα και πετραδάκια.
Ο πηλός ξεχώριζε σε δυο είδη: τον «αλμυρό» και τον «γλυκό» πηλό, και κάθε είδος είχε τις δικές του ιδιότητες εξαιτίας των πόρων που δημιουργούνται και χρησιμοποιούνταν κατάλληλα.
Ένα αγγείο που κατασκευαζόταν από αλμυρό πηλό είχε χρώμα προς το άσπρο και είχε την ιδιότητα να κρατά το περιεχόμενό του ζεστό. Αντίθετα ένα αγγείο από γλυκό πηλό είχε χρώμα κοκκινωπό και είχε την ιδιότητα να κρατά το περιεχόμενό του δροσερό. Η διαφορά στη θερμοκρασία μεταξύ των δυο ειδών πηλού είναι μικρή, αλλά οι αγγειοπλάστες ξεχώριζαν τα δυο είδη και τα χρησιμοποιούσαν ανάλογα. Ένας ταβάς π.χ. γινόταν από αλμυρό πηλό για να κρατά το φαγητό ζεστό, ενώ αντίθετα μια στάμνα για το καλοκαίρι κατασκευαζόταν από γλυκό πηλό για να κρατά το νερό δροσερό.
Στον πηλό έδιναν σχήμα με τον ποδοκίνητο τροχό που αποτελούνταν από μια βάση και δυο ξύλινες ρόδες προσαρμοσμένες στον ίδιο σιδερένιο άξονα. Η κάτω ρόδα ήταν μεγάλη και με την κίνηση των ποδιών του ο αγγειοπλάστης ενεργοποιούσε την μικρή ρόδα που ήταν στο πάνω μέρος και στην οποία τοποθετούσαν τον πηλό και με τα χέρια του τον μορφοποιούσε. Τον τροχό τον κατασκεύαζαν οι ίδιοι οι Τσουκαίτες. Μετά τον τροχό τοποθετούσαν τα άψητα αγγεία πάνω σε ράφια η τα κρεμούσαν κάτω από υπόστεγα στην αυλή όπου δεν τα έπιανε η βροχή και ο ήλιος.
Τα αγγεία έμεναν σε σκιερά μέρη και χωρίς να εκτεθούν στον Ήλιο τουλάχιστον ενάμιση μήνα.
Η τελική φάση της κατασκευής τους ήταν το ψήσιμο στο καμίνι που βρισκόταν έξω από το χωριό και ήταν κατασκευασμένο από τους ίδιους. Η βάση του ήταν από πέτρα και είχε εμβαδόν δυο τετραγωνικά μέτρα και το ύψος του τρία μέτρα. Το τοίχωμα του ήταν από πέτρες η τούβλα και ο σοβάς από πηλό. Το πάνω μέρος ήταν ανοικτό και σε ύψος ενός μέτρου από το έδαφος ήταν η σχάρα πού ήταν πήλινη και η κατασκευή της ήταν αρκετά δύσκολή.
Πάνω στη σχάρα τοποθετούσαν τα αγγεία, το ένα πάνω στο άλλο. Συνολικά χωρούσε περίπου 500 μικρά και μεγάλα κομμάτια. Κάτω από τη σχάρα άναβαν τη φωτιά με καυσόξυλα που τα έκοβαν από τα πλούσιο δάσος της περιοχής. Χρειαζόντουσαν δώδεκα φορτία ξύλα για να ψήσουν 500 τσουκάλια σε ένα καμίνι.
Τα Τσουκάλια που δεν χρωματίζονταν ήταν έτοιμα με το πρώτο ψήσιμο. Αντίθετα τα χρωματιστά αγγεία τα ξανάψηναν για να στερεωθεί το χρώμα και μάλιστα σε πιο δυνατή φωτιά.
ΟΙ ΚΕΡΑΜΟΠΟΙΟΙ
Οι κεραμοποιοί ήταν τεχνίτες και εργάτες, που τα προϊόντα τους ήταν υλικά οικοδομών για τις ανάγκες των χωριών του Κηρέα . Η κεραμοποιία ήταν πανάρχαια τέχνη. Γνωστά είναι τα κεραμίδια της Ελληνιστικής τέχνης και είναι πλακωτά μεγάλων διαστάσεων με τη σφραγίδα των κεραμοποιών. Τέτοια χρησιμοποιήθηκαν, κατά μαρτυρία κατοίκων, στον Βυζαντινό σταυρεπίστεγο ναό του Τιμίου Προδρόμου. Τα τελευταία κεραμίδια που κατασκεύαζαν τελευταία ήταν τα καμπυλωτά η βυζαντινά. Είχαν ευρεία χρήση στις στέγες, στους αυλόγυρους , υπόστεγα, αποθήκες. Το κτίσιμο των παραπάνω σπιτιών δεν γινόταν με τούβλα, αλλά με πλίνθους (πανάρχαια τέχνη) και ασπρόχωμα από το λεβάχι. (Τσασμάς)και γινόταν από ντόπιους μαστόρους. Η κατασκευή των πλίνθων ήταν απλή και γινόταν με λάσπη και άχυρο, μέσα σε πρόχειρα καλούπια και τα έψηναν στον ήλιο και όχι στα καμίνια όπως τα τούβλα.
ΤΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ
Σε αντίθεση με τους αγγειοπλάστες οι οποίοι προμηθευόταν το χώμα για τα αγγεία από τα χωράφια και το μετέφεραν στα σπίτια τους όπου είχαν τα εργαστήρια τους, οι κεραμοποιοί είχαν τα εργαστήριά τους, στα χωράφια, όπου υπήρχε κατάλληλο χώμα για την κατασκευή κεραμιδιών . Η περιοχή στις όχθες του Νηλέα ήταν η πιο κατάλληλη για τα εργαστήρια, επειδή το χώμα ήταν λιπαρό.
Στην αρχή τις άνοιξης, οι κεραμοποιοί διάλεγαν το κατάλληλο χωράφι, κινούμενοι πάντα στην ίδια περιοχή. Το χωράφι του Δημήτρη Φοίφα, του Θανάση Καλομοίρη όπως και τα παρακείμενα , Σιάτρα, Βασiλη Φοίφα, του Βρέτου και άλλων χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρο. Ακόμη και σήμερα τα υπολείμματα των κεραμιδιών είναι εμφανείς.
Πρώτη δουλειά των τεχνιτών ήταν να ανοίξουν ένα πρόχειρο πηγάδι (γούρνα), όπου κατέβαιναν με ξύλινη σκάλα και γέμιζαν τενεκέδες με νερό για την κατασκευή της λάσπης.
Έπειτα κατασκεύαζαν τον φούρνο για το ψήσιμο των κεραμιδιών και καθάριζαν τον χώρο. Τα εργαλεία ήταν τα φτυάρια οι τσάπες, τα ξύλινα καλούπια, και ένα μεγάλος ξύλινος πάγκος που εξυπηρετούσε την κατασκευή των κεραμιδιών. Το κεραμοποιείο ήταν φτιαγμένο στο χωράφι γιατί η μεταφορά του χώματος ήταν δύσκολη εκείνη την εποχή.
Οι δουλείες του κεραμοποιείου άρχιζε από τα μέσα Μάιου και τέλειωνε περίπου, και ανάλογα με την θερμοκρασία τέλη Σεπτεμβρίου. Σε άλλες περιοχές γιόρταζαν τις 14 Σεπτεμβρίου οι κεραμοποιοί γιατί τη θεωρούσαν ιερή μέρα. Στην Τσούκα όμως η γιορτή γινόταν στις11 Φεβρουαρίου στον Άγιο Βλάσιο..
Για να φτιάξουν τον πηλό έριχναν νερό σε λίγο χώμα και το ζύμωναν με γυμνά πόδια. Όταν ο πηλός έπηζε τον καθάριζαν με τα χέρια απομακρύνοντας ρίζες ,χόρτα και πετραδάκια.
Ο πηλός ξεχώριζε σε δυο είδη: τον «αλμυρό» και τον «γλυκό» πηλό, και κάθε είδος είχε τις δικές του ιδιότητες εξαιτίας των πόρων που δημιουργούνται και χρησιμοποιούνταν κατάλληλα.
Ένα αγγείο που κατασκευαζόταν από αλμυρό πηλό είχε χρώμα προς το άσπρο και είχε την ιδιότητα να κρατά το περιεχόμενό του ζεστό. Αντίθετα ένα αγγείο από γλυκό πηλό είχε χρώμα κοκκινωπό και είχε την ιδιότητα να κρατά το περιεχόμενό του δροσερό. Η διαφορά στη θερμοκρασία μεταξύ των δυο ειδών πηλού είναι μικρή, αλλά οι αγγειοπλάστες ξεχώριζαν τα δυο είδη και τα χρησιμοποιούσαν ανάλογα. Ένας ταβάς π.χ. γινόταν από αλμυρό πηλό για να κρατά το φαγητό ζεστό, ενώ αντίθετα μια στάμνα για το καλοκαίρι κατασκευαζόταν από γλυκό πηλό για να κρατά το νερό δροσερό.
Στον πηλό έδιναν σχήμα με τον ποδοκίνητο τροχό που αποτελούνταν από μια βάση και δυο ξύλινες ρόδες προσαρμοσμένες στον ίδιο σιδερένιο άξονα. Η κάτω ρόδα ήταν μεγάλη και με την κίνηση των ποδιών του ο αγγειοπλάστης ενεργοποιούσε την μικρή ρόδα που ήταν στο πάνω μέρος και στην οποία τοποθετούσαν τον πηλό και με τα χέρια του τον μορφοποιούσε. Τον τροχό τον κατασκεύαζαν οι ίδιοι οι Τσουκαίτες. Μετά τον τροχό τοποθετούσαν τα άψητα αγγεία πάνω σε ράφια η τα κρεμούσαν κάτω από υπόστεγα στην αυλή όπου δεν τα έπιανε η βροχή και ο ήλιος.
Τα αγγεία έμεναν σε σκιερά μέρη και χωρίς να εκτεθούν στον Ήλιο τουλάχιστον ενάμιση μήνα.
Η τελική φάση της κατασκευής τους ήταν το ψήσιμο στο καμίνι που βρισκόταν έξω από το χωριό και ήταν κατασκευασμένο από τους ίδιους. Η βάση του ήταν από πέτρα και είχε εμβαδόν δυο τετραγωνικά μέτρα και το ύψος του τρία μέτρα. Το τοίχωμα του ήταν από πέτρες η τούβλα και ο σοβάς από πηλό. Το πάνω μέρος ήταν ανοικτό και σε ύψος ενός μέτρου από το έδαφος ήταν η σχάρα πού ήταν πήλινη και η κατασκευή της ήταν αρκετά δύσκολή.
Πάνω στη σχάρα τοποθετούσαν τα αγγεία, το ένα πάνω στο άλλο. Συνολικά χωρούσε περίπου 500 μικρά και μεγάλα κομμάτια. Κάτω από τη σχάρα άναβαν τη φωτιά με καυσόξυλα που τα έκοβαν από τα πλούσιο δάσος της περιοχής. Χρειαζόντουσαν δώδεκα φορτία ξύλα για να ψήσουν 500 τσουκάλια σε ένα καμίνι.
Τα Τσουκάλια που δεν χρωματίζονταν ήταν έτοιμα με το πρώτο ψήσιμο. Αντίθετα τα χρωματιστά αγγεία τα ξανάψηναν για να στερεωθεί το χρώμα και μάλιστα σε πιο δυνατή φωτιά.
ΟΙ ΚΕΡΑΜΟΠΟΙΟΙ
Οι κεραμοποιοί ήταν τεχνίτες και εργάτες, που τα προϊόντα τους ήταν υλικά οικοδομών για τις ανάγκες των χωριών του Κηρέα . Η κεραμοποιία ήταν πανάρχαια τέχνη. Γνωστά είναι τα κεραμίδια της Ελληνιστικής τέχνης και είναι πλακωτά μεγάλων διαστάσεων με τη σφραγίδα των κεραμοποιών. Τέτοια χρησιμοποιήθηκαν, κατά μαρτυρία κατοίκων, στον Βυζαντινό σταυρεπίστεγο ναό του Τιμίου Προδρόμου. Τα τελευταία κεραμίδια που κατασκεύαζαν τελευταία ήταν τα καμπυλωτά η βυζαντινά. Είχαν ευρεία χρήση στις στέγες, στους αυλόγυρους , υπόστεγα, αποθήκες. Το κτίσιμο των παραπάνω σπιτιών δεν γινόταν με τούβλα, αλλά με πλίνθους (πανάρχαια τέχνη) και ασπρόχωμα από το λεβάχι. (Τσασμάς)και γινόταν από ντόπιους μαστόρους. Η κατασκευή των πλίνθων ήταν απλή και γινόταν με λάσπη και άχυρο, μέσα σε πρόχειρα καλούπια και τα έψηναν στον ήλιο και όχι στα καμίνια όπως τα τούβλα.
ΤΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ
Σε αντίθεση με τους αγγειοπλάστες οι οποίοι προμηθευόταν το χώμα για τα αγγεία από τα χωράφια και το μετέφεραν στα σπίτια τους όπου είχαν τα εργαστήρια τους, οι κεραμοποιοί είχαν τα εργαστήριά τους, στα χωράφια, όπου υπήρχε κατάλληλο χώμα για την κατασκευή κεραμιδιών . Η περιοχή στις όχθες του Νηλέα ήταν η πιο κατάλληλη για τα εργαστήρια, επειδή το χώμα ήταν λιπαρό.
Στην αρχή τις άνοιξης, οι κεραμοποιοί διάλεγαν το κατάλληλο χωράφι, κινούμενοι πάντα στην ίδια περιοχή. Το χωράφι του Δημήτρη Φοίφα, του Θανάση Καλομοίρη όπως και τα παρακείμενα , Σιάτρα, Βασiλη Φοίφα, του Βρέτου και άλλων χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρο. Ακόμη και σήμερα τα υπολείμματα των κεραμιδιών είναι εμφανείς.
Πρώτη δουλειά των τεχνιτών ήταν να ανοίξουν ένα πρόχειρο πηγάδι (γούρνα), όπου κατέβαιναν με ξύλινη σκάλα και γέμιζαν τενεκέδες με νερό για την κατασκευή της λάσπης.
Έπειτα κατασκεύαζαν τον φούρνο για το ψήσιμο των κεραμιδιών και καθάριζαν τον χώρο. Τα εργαλεία ήταν τα φτυάρια οι τσάπες, τα ξύλινα καλούπια, και ένα μεγάλος ξύλινος πάγκος που εξυπηρετούσε την κατασκευή των κεραμιδιών. Το κεραμοποιείο ήταν φτιαγμένο στο χωράφι γιατί η μεταφορά του χώματος ήταν δύσκολη εκείνη την εποχή.
Οι δουλείες του κεραμοποιείου άρχιζε από τα μέσα Μάιου και τέλειωνε περίπου, και ανάλογα με την θερμοκρασία τέλη Σεπτεμβρίου. Σε άλλες περιοχές γιόρταζαν τις 14 Σεπτεμβρίου οι κεραμοποιοί γιατί τη θεωρούσαν ιερή μέρα. Στην Τσούκα όμως η γιορτή γινόταν στις11 Φεβρουαρίου στον Άγιο Βλάσιο..
ΤΑ ΚΑΜΠΥΛΩΤΑ ΚΕΡΑΜΙΔΙΑ
Οι τεχνίτες μάζευαν το αργιλόχωμα από το χωράφι που είχαν διαλέξει και πρόσεχαν να είναι λιπαρό. χωρίς καθόλου άμμο. Το πιο κατάλληλο το έβρισκαν σκάβοντας περίπου 60 με 80 εκατοστά βάθΝΞος. Όχι παρακάτω. Στη συνέχεια ο τεχνίτης έφτιαχνε ένα λάκκο 2χ5 πόδια και 2 πόδια βάθος στον οποίο από το βράδυ έπρεπε να ρίξει μέσα νερό και χώμα, το οποίο πιο πριν το είχαν καθαρίσει από μικρά βοτσαλάκια αφού το περνούσαν από την «κοσκίνα»( τέλι με ξύλα γύρω γύρω). Την επόμενη μέρα γινόταν το ζύμωμα του πηλού κυρίως με τα πόδια. Ήταν μια διαδικασία ιδιαίτερα αγαπητή στα παιδιά αφού έβγαζαν τα παπούτσια και με γυμνά πόδια πατούσαν τον πηλό και τον ζύμωναν κάνοντας το μαλακό για να μπορεί να δουλευτεί στο καλούπι. Με τη βοήθεια φτυαριών έβγαζαν όλο τον πηλό έξω δίπλα από την απλώστρα. Η λάσπη έπρεπε να σφίξει και να γίνει σαν πλαστελίνη. . Στο τέλος την έκαναν μακρόστενη και με μια λάμα έκοβαν κομμάτια. Όσο χρειαζόταν για την κατασκευή ενός κεραμιδιού. . Το κομμάτι το έβαζαν πάνω στον πάγκο, πάνω σε ένα ξύλινο η σιδερένιο καλούπι. Αφού έπαιρνε το σχήμα του κεραμιδιού, ένας έμπειρος τεχνίτης με τη βοήθεια άμμου ξεκολλούσε το κεραμίδι και το τοποθετούσε με προσοχή στο έδαφος. Η δουλειά αυτή γινόταν από πολύ πρωί ,μέχρι το μεσημέρι. Αυτό γινόταν γιατί τα κεραμίδια έπρεπε να μείνουν στον ήλιο για να ψηθούν από την πάνω μεριά και καθώς ήταν καμπυλωτά ο ζεστός αέρας τα στέγνωνε από κάτω.
μετά τη δύση του ηλίου και αφού τα είχε ψήσει όλα ο ήλιος όλο το απόγευμα, τα κεραμίδια γινόταν πιο στερεά και τα τοποθετούσαν όρθια, φτιάχνοντας πεντάδες. Έτσι σε πεντάδες έμεναν τα κεραμίδια όλη τη νύχτα και το στέγνωμα συνεχιζόταν με το αεράκι της νύχτας. Το πρωί τα κεραμίδια ήταν ακόμη πιο στερεά και τα συγκέντρωναν σε ντάνες.
Όταν συγκέντρωνα πολλά κεραμίδια γινόταν το ψήσιμο. Ο φούρνος γινόταν από τούβλα και οι διαστάσεις του ήταν 4 μέτρα μήκος, 2μέτρα πλάτος και 2 μέτρα ύψος. Είχε πόρτα και το πάνω μέρος ήταν ανοικτό για να φύγει ο καπνός. Η σχάρα ήταν από τούβλα και χώριζε τα κεραμίδια από τη φωτιά. Όταν ήταν όλα έτοιμα, μετέφεραν τα άψητα κεραμίδια και τα αράδιαζαν όρθια στη σχάρα. μετά αράδιαζαν τη δεύτερη σειρά απάνω από αυτά και στη συνέχεια άλλες σειρές μέχρι την κορυφή του φούρνου.
μετά έβαζαν τα πρώτα ξύλα σε όλο το φούρνο κάτω από τη σχάρα. Μ τα πρώτα ξύλα ζεσταινόταν ο φούρνος. Στη συνέχεια τοποθετούσαν τα ξύλα στην πόρτα του φούρνου γιατί αν η φωτιά ήταν στη μέση, τα κεραμίδια στο κέντρο του φούρνου λιώνανε και κολλούσανε μεταξύ τους εξ αιτίας της υψηλής θερμοκρασίας. Τα κεραμίδια αυτά τα ονόμαζαν "βρασμένα "και ήταν άχρηστα. Για το ψήσιμο 5000 κεραμιδιών χρειάζονταν 15 φορτία ξύλα. Το κάψιμο του φούρνου άρχιζε το πρωί και τέλειωνε αργά το μεσημέρι, όταν είχαν καεί όλα τα ξύλα. Τα κεραμίδια έμεναν ένα 24ωρο για να κρυώσουν και μετά τα έβγαζαν. Ήταν έτοιμα για πούλημα. Το χρώμα των κεραμιδιών πριν το ψήσιμο ήταν στακτί. Μετά το ψήσιμο διακρινόταν σε τρείς κατηγορίες. Τα κοκκινωπά ήταν αυτά που ήταν άριστης ποιότητας. Τα μελανί είχαν ψηθεί πολύ γιατί ήταν στο κέντρο του φούρνου. Η ποιότητα τους ήταν αρκετά καλή. Και τα κιτρινωπά που ήταν στις άκρες του φούρνου και δεν ήταν ανθεκτικά. Συνήθως οι πελάτες αγόραζαν όλες τις ποιότητες των κεραμιδιών, με περισσότερα όμως τα κοκκινωπά κεραμίδια. Στα παλιά χρόνια ακόμη και στη κατοχή τα 1000 κεραμίδια πουλιόταν 65 οκάδες στάρι.
Αυτό ήταν λοιπόν. Σταυροκοπήθηκα όρθός στη Παναγιά τη Μεγαλόχαρη, την
προστάτιδα του χωριού και ολάκερου του κόσμου. Πριν από πολλά χρόνια προστάτης ήταν ο τίμιος Πρόδρομος ο λεοβάχος. που στέκει κι αυτός αγέρωχος στη ευλαλη σιωπή του. Η προσευχή όταν είναι σιωπηλή έχει πολλά να πεί, γιατί είναι ευπρόσδεκτη στον ουρανό. Τίμιος πρόδρομος μια πέτρα μια ολάκερη Ιστορία, ένα γέλιο ένα δάκρυ από αυτά της ζωής Γλυκόπικρες θύμησες.
Οι τεχνίτες μάζευαν το αργιλόχωμα από το χωράφι που είχαν διαλέξει και πρόσεχαν να είναι λιπαρό. χωρίς καθόλου άμμο. Το πιο κατάλληλο το έβρισκαν σκάβοντας περίπου 60 με 80 εκατοστά βάθΝΞος. Όχι παρακάτω. Στη συνέχεια ο τεχνίτης έφτιαχνε ένα λάκκο 2χ5 πόδια και 2 πόδια βάθος στον οποίο από το βράδυ έπρεπε να ρίξει μέσα νερό και χώμα, το οποίο πιο πριν το είχαν καθαρίσει από μικρά βοτσαλάκια αφού το περνούσαν από την «κοσκίνα»( τέλι με ξύλα γύρω γύρω). Την επόμενη μέρα γινόταν το ζύμωμα του πηλού κυρίως με τα πόδια. Ήταν μια διαδικασία ιδιαίτερα αγαπητή στα παιδιά αφού έβγαζαν τα παπούτσια και με γυμνά πόδια πατούσαν τον πηλό και τον ζύμωναν κάνοντας το μαλακό για να μπορεί να δουλευτεί στο καλούπι. Με τη βοήθεια φτυαριών έβγαζαν όλο τον πηλό έξω δίπλα από την απλώστρα. Η λάσπη έπρεπε να σφίξει και να γίνει σαν πλαστελίνη. . Στο τέλος την έκαναν μακρόστενη και με μια λάμα έκοβαν κομμάτια. Όσο χρειαζόταν για την κατασκευή ενός κεραμιδιού. . Το κομμάτι το έβαζαν πάνω στον πάγκο, πάνω σε ένα ξύλινο η σιδερένιο καλούπι. Αφού έπαιρνε το σχήμα του κεραμιδιού, ένας έμπειρος τεχνίτης με τη βοήθεια άμμου ξεκολλούσε το κεραμίδι και το τοποθετούσε με προσοχή στο έδαφος. Η δουλειά αυτή γινόταν από πολύ πρωί ,μέχρι το μεσημέρι. Αυτό γινόταν γιατί τα κεραμίδια έπρεπε να μείνουν στον ήλιο για να ψηθούν από την πάνω μεριά και καθώς ήταν καμπυλωτά ο ζεστός αέρας τα στέγνωνε από κάτω.
μετά τη δύση του ηλίου και αφού τα είχε ψήσει όλα ο ήλιος όλο το απόγευμα, τα κεραμίδια γινόταν πιο στερεά και τα τοποθετούσαν όρθια, φτιάχνοντας πεντάδες. Έτσι σε πεντάδες έμεναν τα κεραμίδια όλη τη νύχτα και το στέγνωμα συνεχιζόταν με το αεράκι της νύχτας. Το πρωί τα κεραμίδια ήταν ακόμη πιο στερεά και τα συγκέντρωναν σε ντάνες.
Όταν συγκέντρωνα πολλά κεραμίδια γινόταν το ψήσιμο. Ο φούρνος γινόταν από τούβλα και οι διαστάσεις του ήταν 4 μέτρα μήκος, 2μέτρα πλάτος και 2 μέτρα ύψος. Είχε πόρτα και το πάνω μέρος ήταν ανοικτό για να φύγει ο καπνός. Η σχάρα ήταν από τούβλα και χώριζε τα κεραμίδια από τη φωτιά. Όταν ήταν όλα έτοιμα, μετέφεραν τα άψητα κεραμίδια και τα αράδιαζαν όρθια στη σχάρα. μετά αράδιαζαν τη δεύτερη σειρά απάνω από αυτά και στη συνέχεια άλλες σειρές μέχρι την κορυφή του φούρνου.
μετά έβαζαν τα πρώτα ξύλα σε όλο το φούρνο κάτω από τη σχάρα. Μ τα πρώτα ξύλα ζεσταινόταν ο φούρνος. Στη συνέχεια τοποθετούσαν τα ξύλα στην πόρτα του φούρνου γιατί αν η φωτιά ήταν στη μέση, τα κεραμίδια στο κέντρο του φούρνου λιώνανε και κολλούσανε μεταξύ τους εξ αιτίας της υψηλής θερμοκρασίας. Τα κεραμίδια αυτά τα ονόμαζαν "βρασμένα "και ήταν άχρηστα. Για το ψήσιμο 5000 κεραμιδιών χρειάζονταν 15 φορτία ξύλα. Το κάψιμο του φούρνου άρχιζε το πρωί και τέλειωνε αργά το μεσημέρι, όταν είχαν καεί όλα τα ξύλα. Τα κεραμίδια έμεναν ένα 24ωρο για να κρυώσουν και μετά τα έβγαζαν. Ήταν έτοιμα για πούλημα. Το χρώμα των κεραμιδιών πριν το ψήσιμο ήταν στακτί. Μετά το ψήσιμο διακρινόταν σε τρείς κατηγορίες. Τα κοκκινωπά ήταν αυτά που ήταν άριστης ποιότητας. Τα μελανί είχαν ψηθεί πολύ γιατί ήταν στο κέντρο του φούρνου. Η ποιότητα τους ήταν αρκετά καλή. Και τα κιτρινωπά που ήταν στις άκρες του φούρνου και δεν ήταν ανθεκτικά. Συνήθως οι πελάτες αγόραζαν όλες τις ποιότητες των κεραμιδιών, με περισσότερα όμως τα κοκκινωπά κεραμίδια. Στα παλιά χρόνια ακόμη και στη κατοχή τα 1000 κεραμίδια πουλιόταν 65 οκάδες στάρι.
Αυτό ήταν λοιπόν. Σταυροκοπήθηκα όρθός στη Παναγιά τη Μεγαλόχαρη, την
προστάτιδα του χωριού και ολάκερου του κόσμου. Πριν από πολλά χρόνια προστάτης ήταν ο τίμιος Πρόδρομος ο λεοβάχος. που στέκει κι αυτός αγέρωχος στη ευλαλη σιωπή του. Η προσευχή όταν είναι σιωπηλή έχει πολλά να πεί, γιατί είναι ευπρόσδεκτη στον ουρανό. Τίμιος πρόδρομος μια πέτρα μια ολάκερη Ιστορία, ένα γέλιο ένα δάκρυ από αυτά της ζωής Γλυκόπικρες θύμησες.
( Αναμα κεριών και ταυτόχρονα το Εισελεύσομαι)
Και ενώ τα συναισθήματα διακατέχονται το ένα τό άλλο με ουράνια μοσχοθυμιά , ας αφήσουμε τον ειδήμων ερευνητή να μας δώσει τα φώτα και την επιστημοσύνη του για την ιστορία του μεγάλου προφήτη.! (Ιστορία του Τιμιου Προδρόμου από τον Γ.Δημητροκάλη)
Δυτικά του χωριού Τσούκα στέκει σαν αγέρωχος βιγλάτωρ ο οικογενειακός ναός του τιμίου Προδρόμου Τσούκας. Εορτάζει στις 29 Αυγούστου μνήμη της απότομής τιμίας κεφαλής του Τιμίου προδρόμου. Ο μικρός ναός ως προς την αρχιτεκτονική του, ανήκει στην σπάνια κατηγορία του μονόχωρου σταυρεπίστεγου. Είναι ο μοναδικός σταυρεπίστεγος ναός στη Βόρειο Εύβοια. Οι σωζόμενοι σταυρεπίστεγοι του νησιού είναι 29, εκ των οποίων οι 18 υστεροβυζαντινοί και οι 11 μεταβυζαντινοί, άνισα κατανεμημένοι. Οι περισσότεροι, συνολικά 24, βρίσκονται συγκεντρωμένοι στο κεντρικό τμήμα της Εύβοιας, 4 στο νότιο τμήμα και μόνο ένας στο βόρειο. Είναι όλοι μικρών διαστάσεων και πιθανότατα αποτελούσαν οικογενειακούς ναΐσκους Βυζ. Μνημεία Ι.Μ.Αιτωλίας και Ακαρνανίας ημ. εκδ. 2009).Το εμβαδόν του εσωτερικού χώρου , χωρίς την κόγχη του ιερού σε τετραγωνικά μέτρα είναι 18τ.μ. και ανήκει οπωσδήποτε στους μικρούς οικογενειακούς ναούς. Στα νεότερα χρόνια μετατράπηκε σε κοιμητηριακό. Ο ναός κτίστηκε πιθανόν από τον βυζαντινό Βοιωτό άρχοντα Λεοβάχο-η που είχε μεγάλη κτηματική περιουσία. Το όνομα του έχει καταγραφεί ως τοπωνύμιο στην ομώνυμη θέση Λεβάχι. Οι Λεοβάχοι ήταν αρχοντική οικογένεια της Βοιωτίας με το τον πιο γνωστό Θεόδωρο Λεοβάχο ανακαινητη της ιεράς μονής του Αγίου Λουκά στο στείρι. Πολύ πιθανό η μονή του Αγίου Λουκά να είχε μετόχι στην περιοχή της Τσούκας. Ο μικρός ναός επεδείκνυε την απαράμιλλη εσωτερική ομορφιά του, καθώς ήταν αγιογραφημένος με υψηλής ποιότητα αγιογραφίες. , στοιχείο που συνηγορεί σε αρχοντική οικογένεια. Δυστυχώς όμως ανεύθυνες καταστροφικές επεμβάσεις, πιθανό μετά του 1960 κατάστρεψαν ολοσχερώς τις αγιογραφίες. Κατάφερε όμως να τις επισημάνει η έφορος κλασικών αρχαιοτήτων Αγγελική Ανδριωμένου που είχε τοποθετήσει τον ναό στον ΙΖ αιώνα (βλ. Εύβοια."Αρχαιολογικό δελτίο", τομ. ΙΣΤ΄/1960,χρονικά σελ.151), αλλά οι αμελέτητες τοιχογραφίες του μνημείου πιθανότατα ανήκαν στον ΙΔ αιώνα. Εξάλλου στο μεσημβρινό τοίχο του ναού, πάνω στις τοιχογραφίες, σώζεται λατινικό χάραγμα του 1457,που φυσικά αποτελεί και terminus ante quem. Πολύ πιθανόν ο ναός να είχε κτιστεί σε παρελθόντα χρόνο. Μια παράδοση λέει πως τα φερτά υλικά, όπως μαρτυρούν και οι επαΐοντες, έχουν μεταφερθεί από παρακείμενο μοναστήρι που υπήρχε στη θέση λουλούδια, στην δυτική όχθη του Νηλέα. Άγνωστο πότε καταστράφηκε . Τα πλατιά κεραμίδια του ναού ήταν κατασκευασμένα από τοπικά Τσουκαίτικα εργαστήρια.
ονομάζονταν Μαντούδια, όπως και πολλοί άλλοι οικισμοί που υπήρχαν κοντά στο κάστρο Mantougo. να σκορπίστηκαν στις γύρω περιοχές δημιουργώντας τους οικισμούς η και να τους ενίσχυσαν, Τσούκας, Παλιάς Φαράκλας, Στροφυλιάς.
Η άποψη αυτή ενισχύεται και από τους φορολογικούς καταλόγους των Οθωμανών το 1470 που δημοσίευσε η Μπαλτά Ευαγγελία το 1989 . και αναφέρει τα χωριά, είχαν ήδη σχηματισθεί στις σημερινές τους θέσεις.
To κάστρο τοποθετείται από μερικούς ερευνητές ένα χιλιόμετρο πριν την Στροφυλιά. Κοντά στις παρυφές του Λεβαχιού. Εδώ καλούμαστε όμως να διαφωνήσουμε και πάλι, διότι κανείς δεν πρόσεξε τον λόφο που ονομάζεται καστρί και βρίσκεται δυτικά της Κηρίνθου. Τόσο η ισχυρή και στρατηγική του θέση όσο και το πλήθος ευρημάτων όπως Λείψανα τειχών, κεραμικός αγωγός από την υπερκείμενη πηγή που αναβλύζει ,έως και σήμερα στο μέσον του λόφου. Βυζαντινά και μεσαιωνικά όστρακα.
Το περίφημο Μαντούγκο θα μας απασχολήσει σε μέλλοντα χρόνο.
Συγγραφεύς: Δημήτριος Παπαδημητρίου :
«Συμβολή στη μελέτη της υστεροβυζαντινής ναοδομίας: οι σταυρεπίστεγοι ναοί της Εύβοιας»
Άγ. Ιωάννης Πρόδρομος. Ζωοδόχου Πηγής (Τσούκας) Ευβοίας.
Τύπος: μονόκλιτος σταυρεπίστεγος τύπου Α1 Χρονολόγηση: 14ος αι. Βρίσκεται σε μικρή ρεματιά στο δυτικό άκρο του χωριού Ζωοδόχος Πηγή (πρώην Τσούκα) σε απόσταση 4.5 χλμ. δυτικά του Μαντουδίου και 10 χλμ. Α-ΒΑ της Λίμνης στη βόρεια Εύβοια.
Ήταν ναός του παλιού νεκροταφείου, που σήμερα έχει μεταφερθεί λίγο δυτικότερα. Λόγω της τοπογραφικής θέσης του αποκλίνει από τον άξονα Α-Δ προς Β κατά 50 μοίρες και είναι κτισμένος σε κατωφερές από ΒΑ προς ΝΔ έδαφος, με αποτέλεσμα η ανατολική του όψη να έχει μικρότερο ύψος από τη δυτική. 251 Φαράντος 1984-1985, σ. 388. 95 Μέχρι τουλάχιστον το 1990 ήταν εξωτερικά επιχρισμένος. Αργότερα τα επιχρίσματα καθαιρέθηκαν στο πλαίσιο εργασιών επισκευών, που πραγματοποιήθηκαν από τους κατοίκους του χωριού, οι οποίες αν και συντέλεσαν στη συντήρηση του μνημείου, προκάλεσαν σε αρκετά σημεία αλλοιώσεις της παλιάς μορφής του. Ταυτόχρονα στον περιβάλλοντα χώρο έγιναν πλακοστρώσεις, φύτευση παρτεριών, κατασκευή κλιμακοστασίων και άλλες διαμορφώσεις. Αποτελεί τον μόνο γνωστό μέχρι σήμερα σταυρεπίστεγο ναό στο βόρειο τμήμα του νησιού και ανήκει στην παραλλαγή Α1 με συνεχείς και αδιάσπαστους τους μακρούς τοίχους του. Έχει ελαφρώς τραπεζιόσχημη κάτοψη και είναι σχετικά μικρός και αρκετά πεπλατυσμένος (εικ. 207 και 209) με μέσες εξωτερικές διαστάσεις 6.57 x 5.00μ και εσωτερικές 5.13 x 3.52μ. Η εγκάρσια καμάρα (εικ. 214-216) με εξωτερικό πλάτος 2.39μ. και αντίστοιχο εσωτερικό 1.54 είναι αρκετά πλατιά σε σχέση με το μήκος του ναού. Με μέγιστο εσωτερικό ύψος 4.67μ. διακόπτει κατά τι πλησιέστερα προς το δυτικό τοίχο την κατά μήκος καμάρα αντίστοιχου ύψους 3.63μ. Είναι δηλαδή ψηλότερη κατά 1.04μ. Στην ανατολική πλευρά η ελαφρώς προεξέχουσα τυφλή και χαμηλή κόγχη του Ιερού είναι εσωτερικά ημικυκλική με άνοιγμα 1.25μ. και βέλος 0.57μ και εξωτερικά τρίπλευρη τραπεζιόσχημης κάτοψης, με πολύ μικρές τις πλάγιες πλευρές μήκους μόλις 0.35 και 0.40μ. και αρκετά μεγαλύτερη τη μεσαία. Σε σχέση με το πλάτος του ναού είναι πολύ μικρή. Η τοιχοποιία συνίσταται από ακανόνιστη αργολιθοδομή με αραιή χρήση θραυσμάτων πλίνθων που συνδέονται σήμερα με τσιμεντοκονίαμα. Ορισμένοι από τους αδρά λαξευμένους γωνιόλιθους, κυρίως στο κάτω τμήμα των γωνιών του ναού, είναι ιδιαίτερα ογκώδεις, ίσως αρχαιότερα αρχιτεκτονικά μέλη σε δεύτερη χρήση. Οι δικλινείς στέγες του ναού μέχρι το 1980 καλύπτονταν με παλιά πλατιά κεραμίδια. Τα σημερινά κόκκινα κεραμίδια είναι νεώτερα με τις απολήξεις τους να προεξέχουν ακαλαίσθητα των όψεων. Ο ναός έχει μόνο μία χαμηλή (ύψους 1.57μ.) τοξωτή εξωτερικά θύρα εισόδου με επεξεργασμένο λίθινο περιθύρωμα που καταλήγει ψηλά σε φράγκικης μορφής οξυκόρυφο τόξο και περιορίζει το εσωτερικά ορθογώνιο άνοιγμά της(εικ. 210 και 216). Η θύρα είναι ασύμμετρα τοποθετημένη στο νότιο τοίχο του εγκάρσιου χώρου, πλησιέστερα προς τη δυτική πλευρά του ναού, προφανώς για να δώσει περισσότερο χώρο μπροστά στο Ιερό. Στη στάθμη περίπου των γενέσεων του τόξου προεξέχουν δύο λίθινοι τετράπλευροι μαστοί, εκ των οποίων ο ανατολικός φέρει πέντε οριζόντιες γλυφές, ενώ ο δυτικός είναι αποκεκρουμένος. Πιθανόν πρόκειται για αναμονές για την κατασκευή προπύλου ή προστώου, που μάλλον δεν κτίστηκε ποτέ. Ο νότιος τοίχος του εγκάρσιου χώρου εξαίρεται περισσότερο από τα υπόλοιπα μέρη του ναού (εικ. 210). Έτσι ψηλότερα της θύρας διανοίχθηκε μεταγενέστερα τυφλή κόγχη ορθογώνιας κάτοψης επίσης ελαφρώς οξυκόρυφη, ύψους 0.93μ., πλάτους 0.50μ. και βάθους 96 0.37μ. με νεώτερη ψηφιδωτή παράσταση του Προδρόμου και λίθινο πλαίσιο, διπλό στη βάση. Επιπλέον το τόξο της περιτρέχει μονή σειρά πλίνθων. Η κόγχη διακόπτει την κάτω αριστερή γωνία του πλαισίου δίλοβου παραθύρου με ημικυκλικούς λοβούς που ανοίγεται στο μέσο περίπου του ανώτερου τμήματος του τυμπάνου της εγκάρσιας καμάρας. Το παράθυρο αυτό, όπως και το μονόλοβο παράθυρο του βόρειου τυμπάνου της καμάρας είχαν, κατά τον Δημητροκάλλη 252 , κλειστεί σε κάποια όχι πολύ μεταγενέστερης εποχής επισκευή και διανοίχθηκαν κατά την πρόσφατη καθαίρεση των επιχρισμάτων. Το νότιο παράθυρο (εικ. 211) έχει μαρμάρινο αμφικιονίσκο με πώρινο ακόσμητο επίθημα. Οι λοβοί έχουν λαξευτεί σε ευρύτερο ημικυκλικό τύμπανο με συμφυές λοξότμητο γείσο-πλαίσιο που φθάνει μέχρι τη γένεσή τους. Οι κατακόρυφοι σταθμοί του παραθύρου είναι κτισμένοι με ημίεργους κανονικούς λίθους εν μέρει καλυμμένους από το νεώτερο τσιμεντοκονίαμα. Ο Δημητροκάλλης είχε παρατηρήσει, παρά την κάλυψη τότε με επιχρίσματα, λείψανα πλίνθινου πλαισίου του νότιου παραθύρου, το οποίο πράγματι αποτελείται από μία αποσπασματικά σωζόμενη σειρά πλίνθων, που περιβάλλει το τοξωτό γείσο του τυμπάνου του και μέρος του δυτικού λαμπά. Δυτικά του τυμπάνου του παραθύρου έχει εντοιχιστεί μικρή μαρμάρινη ανάγλυφη πλάκα, που διακοσμείται με σταυρό, στα άνω διαμερίσματα του οποίου διακρίνεται το συμπίλημα ΙΓ/Χ και στα κάτω μάλλον η χρονολογία 18/18, που ίσως σχετίζεται με κάποια επισκευή των αρχών του 19ου του μνημείου. Πάνω από το παράθυρο, στην κορυφή δηλαδή του αετώματος, υπάρχει πλίνθινος σταυρός με τις κεραίες του διαμορφωμένες από διπλές πλίνθους και με το συμπίλημα Ι Ι/ Χ/ Ν/ Κ, δηλαδή «Ιησούς Χριστός Νικά», στα διάχωρα μεταξύ των κεραιών (εικ. 212). Το πραναφερθέν βόρειο παράθυρο είναι στενό με ημίεργο λίθινο ανώφλι. Ο φωτισμός του ναού συμπληρώνεται από ένα ψηλό δίλοβο φράγκικης μορφής παράθυρο στο δυτικό τοίχο του μνημείου (εικ. 213). Έχει ελαφρά οξυκόρυφους λοβούς και εκφυλισμένης μορφής αμφικιονίσκο με πεντάπλευρες τις στενές πλευρές του, που μάλλον προέρχεται από άλλο μνημείο δεδομένου ότι το επίθημά του προεξέχει και των δύο πλευρών του τοίχου (κατά 9εκ. της εξωτερικής πλευράς και 6 της εσωτερικής). Τα τόξα των λοβών περιθέουν αποσπασματικά διατηρημένες παρυφές από ακτινωτά διαταγμένα τεμάχια πλίνθων με περιβάλλουσες μονές σειρές πλίνθων. Ένας πλίνθινος σταυρός όμοιας μορφής με αυτόν της νότιας όψης, αλλά χωρίς το συμπίλημα στα διάχωρα, επιστέφει το παράθυρο συμπληρώνοντας τον περιορισμένο αλλά υπαρκτό κεραμοπλαστικό διάκοσμο του μνημείου. Το εσωτερικό του ναού είναι καλυμμένο με λευκά επιχρίσματα. Λιγοστά λείψανα τοιχογραφιών είχαν ήδη ασβεστωθεί πριν το 1998. Το δάπεδο και το τέμπλο είναι νεώτερα. Το 252 Δημητροκάλλης 1983α, σ. 279. 97 κάτω μέρος της κόγχης του Ιερού είναι κτισμένο και φέρει νεώτερη μαρμάρινη καλυπτήρια πλάκα ως Αγ. Τράπεζα πάνω από την παλιά λίθινη πλάκα. Πάνω στην Αγ. Τράπεζα είναι εναποτεθειμένο μικρό απότμημα επιχρισμένου πώρινου, ίσως παλαιοχριστιανικού, θωρακίου με τμήμα ανάγλυφου σταυρού στη μία πλευρά. Στο πάχος του ανατολικού τοίχου ανοίγεται το τοξωτό ορθογώνιας διατομής κογχάριο της πρόθεσης διαστάσεων 0.60 x 0.30μ. Στη γωνία της πρόθεσης χαμηλά έχει κτιστεί μικρό τεταρτοκυκλικό χωνευτήριο πάνω σε πολύ χαμηλό πεζούλι. Μεγαλύτερη τεταρτοκυκλική κατασκευή καλυμμένη με νεώτερη μαρμάρινη πλάκα με τετράγωνη οπή στη ΝΔ γωνία του ναού χρησίμευε και αυτή πιθανόν ως χωνευτήριο. Κατά μήκος της βόρειας πλευράς του ναού υπήρχε προσαρτημένο μεταγενέστερο στενό ορθογώνιο κτίσμα, που πιθανόν λειτουργούσε άλλοτε ως οστεοφυλάκειο (εικ. 208). Όπως προκύπτει από παλιές φωτογραφίες ήταν λιθόκτιστο και επιχρισμένο, με μεγάλους γωνιόλιθους στη ΒΑ γωνία, με ορθογώνια είσοδο στη στενή ανατολική πλευρά του και μονόριχτη κάλυψη από ελλενίτ. Καθαιρέθηκε πριν το 1998 και σήμερα η θέση του υποδηλώνεται από πρόσφατα κατασκευασμένο υπερυψωμένο πλακόστρωτο πλάτωμα (εικ. 206). Όσον αφορά στη χρονολόγηση του μνημείου οι απόψεις των μελετητών διίστανται. Ο Δημητροκάλλης253 βάσει των αναλογιών του ναού, των πλατιών βυζαντινών κεραμιδιών της αρχικής στέγης και του πλίνθινου πλαισίου του νότιου παραθύρου, συμπέρανε ότι ο ναός αρχικά κτίστηκε στον 14ο αι., εποχή που ο οικισμός της Τσούκας ήδη υφίστατο, όπως μαρτυρούν και τα λείψανα του ενετικού πύργου του χωριού. Σε δεύτερη φάση, κατά την διάρκεια της Φραγκοκρατίας ή τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, σφραγίστηκε το νότιο παράθυρο, κατασκευάστηκαν το κογχάριο της νότιας όψης και το λίθινο περιθύρωμα της εισόδου και διανοίχτηκε το δυτικό παράθυρο, καθώς όλα φέρουν φράγκικης επίδρασης οξυκόρυφα στοιχεία, που διαφέρουν από τους ημικυκλικούς λοβούς του νότιου και βόρειου παραθύρου. Ωστόσο έχει υποστηριχτεί και η μεταβυζαντινή χρονολόγηση της ανέγερσης του μνημείου με την οποία συμφωνεί και ο Küpper 254 βασισμένος επίσης στις αναλογίες, τη σχεδόν τετράγωνη κάτοψη, την αβαθή, σχεδόν επίπεδη και χαμηλή αψίδα του Ιερού255, τη σπάνια και παρατηρούμενη κυρίως στη μεταβυζαντινή εποχή τοξωτή ορθογώνιας διατομής κόγχη της πρόθεσης στον ανατολικό τοίχο, τη λιτότητα των διακοσμητικών στοιχείων και τα κατασκευαστικά στοιχεία των παραθύρων. Οι περισσότεροι από τους νεώτερους μελετητές έχουν αποδεχθεί την ένταξη του μνημείου στον 14ο αι. 253 Δημητροκάλλης 1983, σ. 279-280. 254 Küpper 1990 ΙΙ, σ. 256. 255 Επισημαίνει την ομοιότητά της με τις αψίδες των σταυρεπίστεγων της Αγ. Τριάδας Μολυβδοσκέπαστου και του Αγ. Γεωργίου Χαριλάου, που ανάγονται στην Τουρκοκρατία (Küpper 1990 ΙΙ, σ. 186, 232 και 256). 98 Θεωρώ ότι τα κεραμοπλαστικά στοιχεία που ήλθαν στο φως μετά την καθαίρεση των εξωτερικών επιχρισμάτων ενισχύουν τα επιχειρήματα του Δημητροκάλλη περί της υστεροβυζαντινής χρονολόγησης.ονομάζονταν Μαντούδια, όπως και πολλοί άλλοι οικισμοί που υπήρχαν κοντά στο κάστρο Mantougo. να σκορπίστηκαν στις γύρω περιοχές δημιουργώντας τους οικισμούς η και να τους ενίσχυσαν, Τσούκας, Παλιάς Φαράκλας, Στροφυλιάς.
Η άποψη αυτή ενισχύεται και από τους φορολογικούς καταλόγους των Οθωμανών το 1470 που δημοσίευσε η Μπαλτά Ευαγγελία το 1989 . και αναφέρει τα χωριά, είχαν ήδη σχηματισθεί στις σημερινές τους θέσεις.
To κάστρο τοποθετείται από μερικούς ερευνητές ένα χιλιόμετρο πριν την Στροφυλιά. Κοντά στις παρυφές του Λεβαχιού. Εδώ καλούμαστε όμως να διαφωνήσουμε και πάλι, διότι κανείς δεν πρόσεξε τον λόφο που ονομάζεται καστρί και βρίσκεται δυτικά της Κηρίνθου. Τόσο η ισχυρή και στρατηγική του θέση όσο και το πλήθος ευρημάτων όπως Λείψανα τειχών, κεραμικός αγωγός από την υπερκείμενη πηγή που αναβλύζει ,έως και σήμερα στο μέσον του λόφου. Βυζαντινά και μεσαιωνικά όστρακα.
Το περίφημο Μαντούγκο θα μας απασχολήσει σε μέλλοντα χρόνο.
ΣΥΝΕΙΧΙΖΕΤΑΙ
Πριν την κατάληψη της Ευβοίας από τους Οθωμανούς ίσως η ιστορική πορεία της Τσούκας, όπως και των άλλων όμορων οικισμών να σχετίστηκε με το περίφημο κάστρο Μantougo όπως αναφέρουν στους χάρτες τους ξένοι περιηγητές.Οι οικισμοί αυτοί ονομάζονταν Μαντούδια.Η Θέσης* του βρισκόταν στην ισχυρή και στρατηγική θέση Καστρί που βρίσκεται Β.Δ της Κηρίνθου, και ελέγχει όλη την περιοχή του Κηρέα. Έχουν βρεθεί ίχνη τοιχίσεως, μεγάλα πιθάρια συλλογής δημητριακών, κεραμικοί υδραγωγοί , αγγεία . Από μαρτυρίες υπερήλικων κατοίκων της Κηρίνθου, η οικία του Αβέρωφ και οι βοηθητικοί χώροι φτιάχτηκαν από οικοδομικό υλικό που μεταφέρθηκε από εκεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου